Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2013

Ο φασισμός θα νικηθεί χωρίς εκπτώσεις στα δικαιώματα και τις συνταγματικές εγγυήσεις
Γιώργου Κατρούγκαλου, καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου

Η λυδία λίθος για την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής είναι η διάκριση ανάμεσα στην πολιτική και την εγκληματική της δράση. Πράγματι, αυτή λειτουργεί δισυπόστατα: αφενός ως πολιτικό κόμμα, αφετέρου ως εγκληματική οργάνωση. Ακριβώς για το λόγο αυτό πρέπει να αντιμετωπίζεται πολιτικά στην πρώτη περίπτωση και με τον ποινικό κώδικα στη δεύτερη. Επομένως και μετά το πόρισμα του Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, δεν είναι κάθε μέλος της Χρυσής Αυγής αυτομάτως ύποπτο για ένταξη στην εγκληματική οργάνωση αλλά μόνο αυτοί, από τα στελέχη, τους βουλευτές, τα μέλη της που αποδεδειγμένα ενέχονται σε κακουργηματικές ενέργειες.
Αυτά δεν τα γνωρίζουμε τώρα, ανέκαθεν ίσχυαν και για το λόγο αυτό,  επειδή η βουλευτική ασυλία δεν παρέχει προστασία όταν τελούνται αυτόφωρα κακουργήματα, θα έπρεπε και οι βουλευτές της να έχουν συλληφθεί, όταν προέβαιναν σε εγκληματικές πράξεις ακόμη και μπροστά στις κάμερες της τηλεόρασης.  
Τούτο δε σημαίνει ότι η Χρυσή Αυγή μπορεί  να τεθεί εκτός νόμου ως πολιτικό κόμμα. Το Σύνταγμα μας δεν το επιτρέπει και η ιστορία δείχνει ότι παρόμοια μέτρα είναι και πολιτικά επικίνδυνα και αντιπαραγωγικά. Στη Γερμανία τέσσερα χρόνια μετά την απαγόρευση του ναζιστικού κόμματος απαγορεύθηκε και το κομμουνιστικό. Και στην Τουρκία οι ισλαμιστές ήρθαν στην εξουσία λίγο μετά την θέση τους εκτός νόμου.
Ενόψει των παραπάνω πως αξιολογείτε η πρόσφατη αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής από τη δικαιοσύνη και την Πολιτεία; Καταρχήν, είναι πια προφανές ότι η μη εφαρμογή του υπέρ αρκετού υφισταμένου νομοθετικού οπλοστασίου μαρτυρά όχι απλώς ανοχή αλλά συνενοχή ενός τμήματος του κρατικού μηχανισμού με τη Χρυσή Αυγή. Γι’ αυτό το λόγο η δράση της τελευταίας έχει χαρακτηριστικά και παρακρατικής οργάνωσης αλλά και η μεθόδευση που επιλέχθηκε από την Κυβέρνηση είχε χαρακτηριστικά σπουδής και θεατρικότητας που δεν συνάδουν με τη σοβαρότητα του ζητήματος και με την προστασία των θεσμών: Η σύλληψη των βουλευτών και του αρχηγού της Χρυσής Αυγής έγινε χωρίς την άδεια της Βουλής. Τούτο επιτρέπεται, όπως προαναφέρθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 62 του Συντάγματος, μόνο για τα αυτόφωρα κακουργήματα.  Ακόμη και εάν θεωρηθεί ότι η πρόβλεψη του (αμφιλεγόμενου) άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα που χαρακτηρίζει το αδίκημα της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης ως διαρκές, αυτόφωρο κακούργημα επέτρεπε την δίωξη των Χρυσαυγιτών βουλευτών χωρίς την άρση της ασυλίας τους και πάλι απαιτείται η άδεια της Βουλής για την δίωξη των άλλων εγκλημάτων για τα οποία κατηγορούνται (τις ανθρωποκτονίες, τις απόπειρες ανθρωποκτονίας, την παράνομη βία κ.λ.π.). Ποιος ο λόγος, λοιπόν, πέραν του πολιτικού εντυπωσιασμού, να μην τοποθετηθεί συνολικά η βουλή απέναντι στα εγκλήματα αυτά;
Η εμμονή στην εφαρμογή του Συντάγματος δεν αποτελεί ποτέ κενό τύπο. Ακόμη και εάν, όμως, η αναγκαιότητα προηγούμενης άρσης της βουλευτικής ασυλίας θεωρηθεί βυζαντινολογία από μερικούς, όλοι θα συμφωνήσουμε ότι η ανάγκη καταπολέμησης του φασισμού δεν πρέπει να οδηγεί σε αλά καρτ συνταγματική νομιμότητα ούτε στον περιορισμό των ατομικών και πολιτικών ελευθεριών.
Λόγω του κλίματος των ημερών, σχεδόν απαρατήρητη πέρασε η απαγόρευση της συγκέντρωσης των Εφέδρων Αξιωματικών στο Σύνταγμα, που αντιμετώπισε μια γραφικότητα ως κίνδυνο για την δημόσια ασφάλεια, κατ’ευθεία παράβαση του άρθρου 11 του Συντάγματος. Ακόμη πιο επικίνδυνη ήταν η παραδοχή της ΕΥΠ ότι προβαίνει σε προληπτικές, γενικευμένες υποκλοπές τηλεφωνικών επικοινωνιών με το διαβόητο κοριό-βαλιτσάκι, παρά την αντίθετη ρύθμιση του άρθρου 19 του Συντάγματος που απαιτεί πάντα προηγούμενη άδεια της δικαστικής αρχής για την άρση του απορρήτου, ενόψει συγκεκριμένης και όχι αφηρημένης απειλής για την εθνική ασφάλεια ή για διαλεύκανση ορισμένου, σοβαρού εγκλήματος.
Ακόμη πιο επικίνδυνα είναι τα πράγματα ως προς τις μεθοδεύσεις για αλλαγή του εκλογικού νόμου, ώστε οι έδρες των βουλευτών της Χρυσής Αυγής να παραμείνουν κενές και να μη διεξαχθούν αναπληρωματικές τοπικές εκλογές σε περίπτωση παραιτήσεώς τους. Παρόμοιος Νόμος θα ήταν κραυγαλέα αντισυνταγματικός. Το άρθρο 53 του Συντάγματος επιτρέπει να παραμείνουν κενές βουλευτικές έδρες μόνο κατά το τελευταίο έτος της βουλευτικής περιόδου. Σε κάθε άλλη περίπτωση απαιτείται η διεξαγωγή τοπικών αναπληρωματικών εκλογών.  Συνεπώς, φωνές που προτείνουν με νέο  νόμο να οριστεί ότι τυχόν παραιτήσεις βουλευτών της Χρυσής Αυγής θα είναι καταχρηστικές δεν έχουν καμία επαφή με το πνεύμα και το γράμμα του Συντάγματος. Μάλιστα θα οδηγήσουν σε ευθεία αλλοίωση της βούλησης του εκλογικού σώματος όπως προέκυψε από τις τελευταίες εκλογές. Δείτε για παράδειγμα το πώς θα αλλοιωθούν οι ειδικές πλειοψηφίες που προβλέπει το Σύνταγμα για την αναθεώρηση του ή για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας :   Απαιτούνται τα τρία πέμπτα του συνόλου των βουλευτών, ήτοι με τα σημερινά δεδομένα 180 βουλευτές, εάν όμως μείνουν κενές οι έδρες της Χρυσής Αυγής θα αρκούν μόνο 169, όσες κατά σύμπτωση διαθέτει περίπου η σημερινή κυβερνητική πλειοψηφία μαζί με τη ΔΗΜΑΡ. Είναι αλήθεια ότι το Σύνταγμα προβλέπει ότι ο αριθμός των βουλευτών μπορεί να είναι από διακόσιοι έως τριακόσιοι. Η σχετική όμως πρόβλεψη πρέπει να γίνει πριν από τις εκάστοτε εθνικές εκλογές και όχι εκ των υστέρων και αναδρομικά.
Υπάρχει άλλωστε τρόπος να προστατευθεί η εκλογική διαδικασία από επιχειρούμενη γελιοποίηση της, σε περίπτωση που οι Χρυσαυγίτες βουλευτές παραιτηθούν κατά κύματα. Ο νόμος μπορεί να προβλέψει, με πλειοψηφία των δύο τρίτων ότι αναπληρωματικές εκλογές θα διενεργηθούν συγκεντρωτικά, για παράδειγμα την πρώτη Κυριακή του Οκτώβρη αν οι παραιτήσεις λάβουν χώρα το πρώτο εξάμηνο και την πρώτη  Κυριακή του Φεβρουαρίου αν γίνουν το δεύτερο εξάμηνο.
Ακόμη πιο ολέθριες για την Δημοκρατία είναι οι προτάσεις, κατά τις οποίες ο Άρειος Πάγος θα πρέπει να έχει αρμοδιότητα να κρίνει (πώς;), στο πλαίσιο της υποβολής των υποψηφιοτήτων των κομμάτων, ποια από αυτά κείνται εντός και ποια εκτός του διαβόητου συνταγματικού τόξου. Πρόσφατα ο κ.Πάγκαλος απεκάλεσε τον Σύριζα τρομοκρατική οργάνωση, ο δε κ.Βόριδης αναρωτήθηκε αν το ΚΚΕ είναι εντός του Συνταγματικού τόξου.
Όλα αυτά μπορεί να εξυπηρετούν την προσπάθεια της Νέας Δημοκρατίας να εμφανισθεί ως εγγυητής της σταθερότητας, βάζοντας κάτω από το χαλάκι τα εκρηκτικά προβλήματα της κοινωνίας και της οικονομίας, δεν καταπολεμούν όμως το φασισμό, ούτε υπηρετούν την δημοκρατία.
Όποιος για να αντιμετωπίσει το φασισμό περιορίζει τα ατομικά δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες ουσιαστικά παραδίδει τα κλειδιά της Δημοκρατίας στους φασίστες. Στο χέρι μας είναι να μην επιτρέψουμε να γίνει κάτι τέτοιο.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναζήτηση στο ιστολόγιο