Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

" Η κρίση και η διέξοδος" κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη


ISBN: 978-960-14-2574-0

Αρ. σελίδων: 400 



Για να αναζητήσουμε διέξοδο από την κρίση, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να καταλάβουμε τις γενεσιουργούς αιτίες της, τόσο τις διεθνείς, όσο και τις εθνικές. Οι αμαρτίες και η ανικανότητα του ελληνικού πολιτικού συστήματος επέτειναν ακραία στη χώρα μας τις διαλυτικές της συνέπειες. Πρόκειται όμως για μια γενικότερη κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού, η οποία διαπλέκεται με τη στρεβλή οικονομική αρχιτεκτονική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η συνταγή των μνημονίων αποτελεί φάρμακο πιο θανατηφόρο από την αρρώστια, εφόσον επιταχύνει τη διαδικασία εγκατάλειψης των θεσμών του κοινωνικού κράτους και δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο ύφεσης και διόγκωσης του χρέους. Και όμως, υπάρχει διέξοδος...
Η υπέρβαση της κρίσης δεν απαιτεί τίποτα λιγότερο από την επιδίωξη αυτού που ως χθες φαινόταν αδύνατο. Όσα έγραφε ο Μ. Βέµπερ, στην ανάλογη, ζοφερή εποχή του Μεσοπολέµου, είναι σήµερα πιο επίκαιρα από ποτέ: "Μπροστά µας δεν βρίσκεται η άνθιση και το θέρος, αλλά µια πολική νύχτα παγερού σκότους και αντιξοοτήτων... Είναι απόλυτα σωστό -και όλη η ιστορική εµπειρία το επιβεβαιώνει- ότι ο άνθρωπος δεν θα πετύχαινε ποτέ το εφικτό, εάν δεν πάσχιζε επανειληµµένα να πραγµατοποιήσει το ανέφικτο... Και ακόµη και εκείνοι που δεν είναι ούτε ηγέτες ούτε ήρωες πρέπει να οπλιστούν µε τέτοια ψυχική δύναµη που να αψηφούν ακόµη και το θρυµµάτισµα όλων των ελπίδων τους. Χωρίς αυτή τη δύναµη δεν θα µπορέσουν να κατορθώσουν ούτε αυτό που είναι σήµερα δυνατό".

Τρίτη 20 Μαρτίου 2012


Η ΕΠΙΒΟΛΗ ΞΕΝΩΝ ΔΙΚΑΙΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ

του Δημήτρη Καλτσώνη
επ. καθηγητή Παντείου Πανεπιστημίου

εισήγηση στο Σεμινάριο «Κράτος και δίκαιο στον 21ο αιώνα», Μάρτιος 2012


Στην κοινωνιολογία του δικαίου γίνεται λόγος για την πρόσληψη ή αποδοχή κατ’ άλλους (reception) ξένου δικαίου1. Με τον όρο αυτό νοείται η εισαγωγή και χρησιμοποίηση των νομοθετικών προτύπων των πιο προηγμένων, κατά κανόνα τουλάχιστον, κρατών από χώρες λιγότερο αναπτυγμένες οι οποίες επιχειρούν να εκσυγχρονιστούν. Διακρίνονται τέσσερις ειδικότερες περιπτώσεις: η αναβίωση παλαιού δικαίου, η εισαγωγή (ή, ορθότερα, αποδοχή) ξένου δικαίου, η επιβολή ξένου δικαίου και η μεταφύτευση ξένου δικαίου2.
Από τις τέσσερις αυτές υποπεριπτώσεις οι δυο δεν είναι καθεαυτή πρόσληψη ξένου δικαίου. Η αναβίωση παλαιού δικαίου είναι μάλλον μια ιδιαίτερη περίπτωση. Τέτοιο είναι το παράδειγμα της αναβίωσης του ρωμαϊκού δικαίου και της αξιοποίησής του για τη συγκρότηση των σύγχρονων νομικών κανόνων. Εδώ στην πραγματικότητα δεν έχουμε να κάνουμε με πρόσληψη ξένου δικαίου. Το ρωμαϊκό δίκαιο αποτέλεσε μια καλή βάση για την επεξεργασία και διαμόρφωση των σύγχρονων νομικών ρυθμίσεων γιατί ήταν δίκαιο μιας αρκετά εμπορευματοποιημένης οικονομίας και, έτσι, ήταν κατάλληλο για τους σύγχρονους σκοπούς. Η μεταφύτευση δικαίου, όπως είναι το παράδειγμα του common law από τη Βρετανία στις ΗΠΑ, είναι επίσης μια ιστορική ιδιαιτερότητα και όχι κατά κυριολεξία πρόσληψη ξένου δικαίου.
Η κλασική προσέγγιση της πρόσληψης ξένου δικαίου παρουσιάζει το μειονέκτημα ότι είναι, σε ένα βαθμό, εξωιστορική. Αναφέρεται στο φαινόμενο χωρίς να προσδιορίζει επακριβώς τις ιστορικές και κοινωνικο-οικονομικές συντεταγμένες του. Μόλις αυτές οριστούν, τα πράγματα γίνονται καθαρότερα.
Στην πραγματικότητα το φαινόμενο της πρόσληψης ξένου δικαίου εμφανίζεται ως παράπλευρη ανάγκη της εξάπλωσης και εδραίωσης των καπιταλιστικών σχέσεων. Παρατηρείται ωστόσο και σε προγενέστερους κοινωνικο-οικονομικούς σχηματισμούς. Στον καπιταλιστικό λαμβάνει ευρύτερες διαστάσεις εξαιτίας του σημαντικού ρόλου του νομικού εποικοδομήματος στο συγκεκριμένο κοινωνικο-οικονομικό σύστημα αλλά και της διεθνοποίησης που επιφέρει η αλματώδης ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.


Αποδοχή ή επιβολή δικαιικού προτύπου;

Οι δυο βασικές μορφές πρόσληψης ξένου δικαίου στις σύγχρονες κοινωνίες είναι η αποδοχή και η επιβολή. Στην κρατούσα άποψη, πάντως, φαίνεται πως βαθμιαία κυριαρχεί η έννοια της αποδοχής ξένου δικαίου ενώ, παράλληλα, έχει ατονήσει ή εκλείψει αυτή της επιβολής3.
Η έννοια της αποδοχής έχει το νόημα ότι η κοινωνία εθελοντικά εισάγει ένα αλλοδαπό νομοθετικό πρότυπο. Τέτοιο είναι το παράδειγμα της Τουρκίας επί Κεμάλ Ατατούρκ. Εισήγαγε τον Ελβετικό αστικό κώδικα προκειμένου να απαλλαγεί σε σημαντικό βαθμό από τα φεουδαρχικά κατάλοιπα στην οικονομία και στις κοινωνικές σχέσεις, γεγονός που επιδρούσε αρνητικά συνολικότερα στην οικονομική ανάπτυξη και εδραίωση των καπιταλιστικών σχέσεων4.
Ανάλογο παράδειγμα μπορεί να αντληθεί και από την ελληνική πραγματικότητα. Μετά την εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση του 1821, οι αναζητήσεις για νομοθετικές επιλογές που θα διευκόλυναν την ανάπτυξη των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων οδήγησαν στην προσπάθεια υιοθέτησης ως προτύπων των γαλλικών κωδίκων5. Το άρθρο 99 του Συντάγματος της Τροιζήνας (1827) όριζε ότι «Η Βουλή χρεωστεί να φροντίση δια να συνταχθώσι Κώδηκες, Πολιτικός, Εγκληματικός και Στρατιωτικός, έχοντες ιδιαιτέρως βάσιν την Γαλλικήν Νομοθεσίαν». Δεν είναι τυχαίο ότι το ελληνικό εμποροεφοπλιστικό κεφάλαιο σταθερά χρησιμοποιούσε ως νομική βάση των συναλλαγών του το γαλλικό εμπορικό κώδικα. Τούτο συνέβαινε μάλιστα πολύ πριν το νεοελληνικό κράτος υιοθετήσει ανάλογα νομοθετικά πρότυπα.
Αντίστοιχα λίγο πολύ παραδείγματα μπορεί να βρει κανείς στην αποδοχή των ευρωπαϊκών κωδίκων από την Ιαπωνία μετά το 1866, του γαλλικού αστικού κώδικα από τα κράτη της Λατινικής Αμερικής κατά το 19ο αιώνα, του αυστριακού δικαίου από τη Σερβία το 1844, του γαλλικού και ιταλικού δικαίου στην Αλβανία μετά το 1918 κλπ6.
Η αποδοχή ξένων δικαιικών προτύπων δοκιμάζεται πάντοτε στην πράξη. Τα προαναφερθέντα εγχειρήματα υπήρξαν αποτελεσματικά μόνο εν μέρει. Η καθυστέρηση της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων δεν μπορεί να ξεπεραστεί μόνο με την υιοθέτηση νομοθετικών προτύπων των προηγμένων χωρών. Τα φεουδαρχικά κατάλοιπα συνέχισαν να ταλανίζουν τις κοινωνίες. Εξάλλου, αυτά συνδέονταν με κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που εμπόδισαν την απρόσκοπτη εφαρμογή των νεωτεριστικών νομοθετικών επιλογών, τις ακύρωναν στην πράξη ή τις διαστρέβλωναν κατά την εφαρμογή τους7.
Ένα από τα θεμελιώδη ερωτήματα που προκύπτει σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι αν πρόκειται για αποδοχή ξένων δικαιικών προτύπων, δηλαδή αν η πλευρά της εθελούσιας εισαγωγής είναι κυρίαρχη ή αν, αντίθετα, αυτό που υπερέχει είναι το στοιχείο της επιβολής εκ μέρους των πλέον αναπτυγμένων καπιταλιστικών κρατών. Στα παραδείγματα που προαναφέρθηκαν, η εισδοχή ξένων δικαιικών προτύπων στη συγκεκριμένη φάση ανάπτυξης του κοινωνικο-οικονομικού σχηματισμού αποτελούσε προοδευτικό στοιχείο. Διευκόλυνε τη μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό, τον αστικό εκσυγχρονισμό. Η επιλογή αυτή στηρίχθηκε από την ανερχόμενη αστική τάξη αλλά και από άλλα, ευρύτερα, στρώματα του πληθυσμού που ενδιαφέρονταν για την απαλλαγή από τη φεουδαρχική καθυστέρηση. Άρα, είναι ορθότερο να γίνεται λόγος για εθελοντική αποδοχή του ξένου δικαίου.
Αντίθετα, η επιβολή ξένου δικαίου παρατηρείται στις αποικίες και στις χώρες εν γένει εκείνες που δεν απολαμβάνουν τυπικής τουλάχιστον ανεξαρτησίας8. Στις πρώην αποικίες, στην Αφρική και στην Ασία, βρίσκει κανείς δεκάδες παραδείγματα. Εκεί, οι αποικιοκρατικές δυνάμεις εισήγαγαν συνήθως στοιχεία του δικαίου των αναπτυγμένων χωρών. Η εισαγωγή δεν γινόταν με τρόπο ή με σκοπό να επικρατήσει ολοκληρωτικά το δίκαιο της αποικιοκρατικής δύναμης και μόνο στο βαθμό που εξυπηρετούσε την εύρυθμη λειτουργία της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης των αποικιών. Διατηρούνταν σε παράλληλη ισχύ οι εγχώριες νομοθετικές επιλογές οι οποίες συνήθως αντανακλούσαν τις καθυστερημένες, φεουδαρχικές ως επί το πλείστον σχέσεις που επικρατούσαν στην αποικία μέχρι την κατάκτησή της. Κατά κανόνα υιοθετούνταν το δίκαιο της μητρόπολης για τη ρύθμιση των οικονομικών σχέσεων, ενώ διατηρούνταν το αυτόχθονο δίκαιο για το καθεστώς των προσώπων, προκειμένου να διατηρηθούν τα κατάλοιπα των φεουδαρχικών σχέσεων9.


Η ανισόμετρη ανάπτυξη και η πρόσληψη ξένου δικαίου

Τελικά, προκειμένου να εξηγηθεί ουσιαστικά το φαινόμενο της πρόσληψης και, ειδικά, της επιβολής ξένου δικαίου, πρέπει να καταφύγει κανείς στην οικονομική βάση. Oι λιγότερο προηγμένες οικονομίες υιοθετούν, κατά κανόνα, τα νομοθετικά πρότυπα των αναπτυγμένων κρατών προκειμένου να υποβοηθήσουν την οικονομική τους ανάπτυξη. Στο σημείο αυτό απαιτείται ίσως μια διευκρίνιση: κάποιες φορές η εξαγωγή αυτή εξηγείται από το γεγονός ότι τα προηγμένα κράτη αντιμετωπίζουν πρώτα, σε σχέση με τα λιγότερο αναπτυγμένα, την ανάγκη ρύθμισης κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων που εξαιτίας της ανάπτυξής τους πρωτοεμφανίζονται σε αυτά. Στη συνέχεια, οι σχετικές νομικές λύσεις μεταφέρονται στη δεύτερη κατηγορία κρατών όταν εκεί εμφανίζονται προς ρύθμιση οι αντίστοιχες σχέσεις. Τούτο συνέβη για παράδειγμα με τη νομική ρύθμιση διάφορων νέων μορφών συναλλαγών και των αντίστοιχων μορφών συμβάσεων. Αυτή είναι όμως μόνο η μια πλευρά. Το φαινόμενο που εξετάζεται εδώ συνίσταται στην επιβολή νομοθετικών προτύπων που δεν αφορούν απλά τη ρύθμιση επιμέρους νέων μορφών συναλλαγών αλλά κομβικής σημασίας επιλογές για την κοινωνική, οικονομική και πολιτική ανάπτυξη μιας κοινωνίας.
Η ανισόμετρη οικονομική ανάπτυξη των χωρών, ιδιαίτερα στο κρατικομονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού, αντανακλάται και στο φαινόμενο της αποδοχής – επιβολής δικαιικών προτύπων. Πρέπει να γίνει μια διάκριση σε τρεις μεγάλες ομάδες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ποικίλες άλλες αποχρώσεις και ενδιάμεσες μορφές. Πρώτη ομάδα είναι εκείνη των αναπτυγμένων χωρών που είναι «εξαγωγείς» δικαιικών προτύπων.
Τούτο δεν σημαίνει ότι όλες οι νομοθετικές λύσεις, που προωθούνται από τις αναπτυγμένες χώρες προς τις άλλες, ακολουθούνται και στο εσωτερικό τους. Για παράδειγμα, τα κοινωνικά δικαιώματα που παραχωρήθηκαν στη Δυτική Ευρώπη την περίοδο της μεταπολεμικής οικονομικής ανάκαμψης δεν εξήχθησαν στον τρίτο κόσμο. Αυτό δεν μπορούσε να γίνει εξάλλου γιατί οι παραχωρήσεις αυτές αποτελούσαν ένα μέρος των υπερκερδών που αντλούσε το δυτικοευρωπαϊκό μονοπωλιακό κεφάλαιο από τις υπανάπτυκτες χώρες.
Στη δεύτερη ομάδα ανήκουν χώρες με εξαιρετικά αδύναμη οικονομία οι οποίες ουσιαστικά υφίστανται την εκμετάλλευση και τον έλεγχο εκ μέρους των ισχυρών, ιμπεριαλιστικών δυνάμεων με νεοαποικιοκρατικές ή περίπου νεοαποικιοκρατικές μεθόδους. Στην ομάδα αυτών των χωρών ανήκουν και εκείνες στις οποίες επιβάλλεται στρατιωτική κατοχή με τη μια ή άλλη μορφή, με το ένα ή άλλο πρόσχημα. Στην ομάδα αυτών των χωρών είναι ευδιάκριτα τα σημάδια της επιβολής ξένου δικαίου.
Υπάρχει όμως και μια άλλη, τρίτη ομάδα χωρών, με ενδιάμεσο επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης, όπου η πρόσληψη ξένου δικαίου γίνεται ιδίως με τη μορφή της αποδοχής. Πάντως, πρέπει να σημειωθεί ότι η αποδοχή προϋποθέτει τη συνεργασία της κυρίαρχης τάξης ή τουλάχιστον τμήματος της κυρίαρχης τάξης των χωρών που γίνονται δέκτες αυτών των προτύπων.


Η προσωρινή, επίπλαστη κυριαρχία της αποδοχής ξένου δικαίου

Στις σημερινές συνθήκες το φαινόμενο της πρόσληψης ξένου δικαίου λαμβάνει διαφορετικές διαστάσεις. Η μεταβολή του συσχετισμού των δυνάμεων, όπως διαμορφώθηκε μετά τη σοσιαλιστική επανάσταση του 1917 στη Ρωσία και τις επαναστάσεις που επικράτησαν μετά το β’ παγκόσμιο πόλεμο, ανεξάρτητα από τη μετέπειτα κατάληξή τους, επέδρασαν καθοριστικά στη μορφή των διεθνών σχέσεων, έδωσαν ώθηση στην κυριαρχία της τυπικής ισοτιμίας των κρατών, χωρίς βέβαια να καταργήσουν τις σχέσεις ανισοτιμίας και εκμετάλλευσης. Αυτές οι εξελίξεις είχαν την αντανάκλασή τους και στο φαινόμενο της πρόσληψης ξένου δικαίου. Οι επαναστάσεις του 20ού αιώνα γκρέμισαν τις αποικιοκρατικές μορφές κυριαρχίας. Μαζί με αυτές, θα έλεγε κανείς, ότι εξαλείφθηκε η επιβολή ξένου δικαίου. Έτσι, έχουμε μια προσωρινή, επίπλαστη κυριαρχία της αποδοχής έναντι της επιβολής.
Αυτή η πρώτη εντύπωση ανατρέπεται αν μελετηθεί σε περισσότερο βάθος το ζήτημα. Είναι ενδεικτικό το παράδειγμα των αφρικανικών κρατών που δημιουργήθηκαν ως συνέπεια των επαναστατικών και άλλων αλλαγών που οδήγησαν στο τέλος της αποικιοκρατίας. Η επιλογή εισαγωγής νομοθετικών προτύπων των πρώην επικυρίαρχων ενείχε συχνά το στοιχείο της συνέχισης των σχέσεων επικυριαρχίας ανάμεσα στη μητρόπολη και στην πρώην αποικία και, τελικά, συνέβαλε και αυτή στη δημιουργία της νεοαποικιοκρατίας10.
Στο πεδίο της εφαρμογής και ενσωμάτωσης των ξένων δικαιικών προτύπων, και στα αφρικανικά κράτη η επιβίωση ισχυρών κατάλοιπων προηγούμενων κοινωνικο-οικονομικών σχηματισμών αλλά, ιδίως, η καθυστέρηση στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και η επί αιώνες καταλήστευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών και του εργατικού δυναμικού των χωρών αυτών από τις αποικιοκρατικές δυνάμεις, οι άνισες ανταλλαγές κλπ οδήγησαν πολλές φορές στην αδυναμία εφαρμογής τέτοιων νομοθετικών επιλογών ή στη στρεβλή εφαρμογή τους11.
Σε όλη αυτή την περίοδο η αποδοχή ξένων δικαιικών προτύπων άλλαξε χαρακτήρα. Έπαψε βαθμιαία να έχει τον ιστορικά προοδευτικό ρόλο που είχε όταν σημειωνόταν η μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Έπαψε να εκφράζει τη μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας. Δεν αποτελούσε πια στοιχείο υπέρβασης της φεουδαρχίας αλλά παράγοντα διατήρησης και ενίσχυσης της αστικής τάξης και, ιδίως, εκείνης των ισχυρών αστικών κρατών. Η αξιοποίηση ξένων δικαιικών προτύπων είχε πλέον περισσότερο την έννοια της επιβολής σε βάρος των συμφερόντων των ευρύτερων στρωμάτων της κοινωνίας.


Σύγχρονες μορφές επιβολής ξένου δικαίου

Το 1989-1990 ολοκληρώθηκε η πορεία γραφειοκρατικού εκφυλισμού των σοσιαλιστικών κρατών οδηγώντας στην ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος και στη δραστική μεταβολή του παγκόσμιου συσχετισμού δυνάμεων. Η επιβολή ξένων δικαιϊκών προτύπων, που δεν είχε εκλείψει το προηγούμενο διάστημα αλλά έπαιρνε συγκαλυμμένες μορφές, γνώρισε νέα άνθηση. Η ιστορική περίοδος που εγκαινιάστηκε με την ανατροπή των σοσιαλιστικών κρατών επανέφερε στην επικαιρότητα με μεγαλύτερη έμφαση την επιβολή ξένου δικαίου12.
Τέσσερεις είναι οι βασικές μορφές επιβολής δικαίου στη σύγχρονη φάση ανάπτυξης του καπιταλιστικού συστήματος. Η πρώτη αποτελεί κατά κυριολεξία επιβολή. Οι υπόλοιπες τρεις συνιστούν μάλλον μορφές κρυπτο-επιβολής δικαίου.
  1. Η πρώτη πραγματώνεται μέσω της άσκησης στρατιωτικής πίεσης και της στρατιωτικής κατοχής, προσωρινής ή μόνιμης. Αυτό συνέβη με την επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία το 1999 που διεξήχθη με το πρόσχημα της προστασίας και επιβολής των αρχών του κράτους δικαίου και κατέληξε στη δημιουργία ενός κατ’ ουσία προτεκτοράτου στο Κόσοβο13. Στις χώρες αυτές η επιβολή νομοθετικών προτύπων και επιλογών είναι απροκάλυπτη, όπως στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Έτσι, η νομοθεσία του Ιράκ για την εκμετάλλευση του πετρελαϊκού πλούτου της χώρας συντάχθηκε από τις πολιτικές υπηρεσίες της κατέχουσας δύναμης, των ΗΠΑ δηλαδή, στην αγγλική γλώσσα και στη συνέχεια μεταφράστηκε στην αραβική για να προωθηθεί για ψήφιση στο Ιρακινό «κοινοβούλιο»14.
Η μορφή αυτή επιβολής έχει διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά από την επιβολή δικαιικών προτύπων που λάμβανε χώρα στις αποικίες. Στις σύγχρονες συνθήκες δεν υφίσταται λόγος να επιβληθούν ο αστικός ή ο εμπορικός κώδικας κάποιου αναπτυγμένου αστικού κράτους. Στις υπό στρατιωτική κατοχή χώρες οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής έχουν ήδη αναπτυχθεί αρκετά παρά την επιβίωση ισχυρών φεουδαρχικών καταλοίπων. Αυτό που επιβάλλεται στην περίπτωση αυτή είναι ιδίως η νομοθετική πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, της κατάργησης σημαντικών θεσμών του εργατικού δικαίου, γενικότερα η απελευθέρωση της αγοράς έτσι ώστε τα πολυεθνικά μονοπώλια να αποκτήσουν νέα πεδία κερδοφορίας.
  1. Η δεύτερη μορφή επιβολής του δικαίου είναι η έμμεση επιβολή μέσω της άσκησης οικονομικής πίεσης από τους διεθνείς πιστωτικούς οργανισμούς και τους λεγόμενους θεσμικούς επενδυτές. Αυτό ακριβώς συνέβη στα τέλη της δεκαετίας του 1990 όταν τα αναπτυσσόμενα κράτη της Ανατολικής Ασίας αναγκάστηκαν να ιδιωτικοποιήσουν τον ισχυρό έως τότε κρατικό τομέα της οικονομίας τους15. Κάτι τέτοιο συμβαίνει γενικότερα με την επιβολή νομοθετικών προτύπων από τα αναπτυγμένα κράτη σε αυτά του τρίτου κόσμου, και όχι μόνο, στους τομείς της προστασίας των επενδύσεων, της εργατικής νομοθεσίας, του ποινικού δικαίου16. Είναι προφανές ότι η εν πολλοίς κατάργηση του εργατικού δικαίου, η κατάργηση των όποιων κοινωνικών δικαιωμάτων, η ασύδοτη δράση των πολυεθνικών επιχειρήσεων επιβλήθηκαν από τις μεγάλες δυνάμεις (ΗΠΑ, ΕΕ κλπ) σε βάρος των λαών των αναπτυσσόμενων χωρών με τη βοήθεια συχνά τέτοιων οργανισμών όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ή η Παγκόσμια Τράπεζα17. Μάλιστα, η υιοθέτηση τέτοιων προτύπων προκύπτει άμεσα όχι μόνο από οικονομικές, πολιτικές πιέσεις αλλά και από διεθνείς συμβάσεις, όπως η Σύμβαση Λομέ-Κοτονού που έχει υπογράψει η ΕΕ με μια σειρά κράτη του τρίτου κόσμου.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι τα ισχυρά κράτη δεν ακολουθούν πάντοτε απαρέγκλιτα τα δικαιικά και οικονομικά πρότυπα που επιβάλλουν στους ασθενέστερους. Ενίοτε λαμβάνουν νομοθετικά ή άλλα μέτρα προστασίας της οικονομίας τους ή των στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεών τους. Είναι γνωστές οι προστατευτικές πολιτικές που ακολουθούνται από τα ισχυρά κράτη κατά παράβαση των κανόνων απελευθέρωσης που τα ίδια επιβάλλουν18.
  1. Η τρίτη σύγχρονη μορφή επιβολής ξένου δικαίου είναι η αναπτυξιακή βοήθεια που παρέχουν τα ισχυρότερα καπιταλιστικά κράτη προς άλλα ασθενέστερα. Το παράδειγμα της “βοήθειας” της Ιαπωνίας προς τα λεγόμενα αναδυόμενα κράτη της Ασίας (Καμπότζη, Βιετνάμ, Μογγολία, Ουζμπεκιστάν) είναι ενδεικτικό αλλά όχι μοναδικό. Η Ιαπωνία αναπτύσσει προγράμματα νομικής αρωγής, βάσει των οποίων παρέχεται τεχνογνωσία για την αποδοχή δικαιικών προτύπων που θα βοηθήσουν τις χώρες υποδοχής στην οικονομική τους ανάπτυξη και στον εκδημοκρατισμό19. Πρέπει βέβαια να υπογραμμιστεί ότι η οικονομική ανάπτυξη δεν είναι ένας ουδέτερος ή μονοσήμαντος όρος. Δεν υφίσταται οικονομική ανάπτυξη έξω και πάνω από συγκεκριμένα κοινωνικά, ταξικά συμφέροντα. Η οικονομική ανάπτυξη, η οποία εν προκειμένω προωθείται, συμβάλλει στην κερδοφορία του μονοπωλιακού κεφαλαίου της Ιαπωνίας μαζί βέβαια με τα οικονομικά συμφέροντα επιχειρηματικών και πολιτικών κύκλων των αναδυόμενων χωρών. Προωθεί επίσης, δίχως άλλο, τις γεωπολιτικές επιδιώξεις της Ιαπωνίας οι οποίες έχουν αναβαθμιστεί τα τελευταία χρόνια. Παράλληλα, προωθούν και το αντίστοιχο μοντέλο δημοκρατίας.
Ανάλογη υπήρξε η περίπτωση της νομικής αρωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ προς τα κράτη που προέκυψαν από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και στα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης. Τα σχετικά προγράμματα προώθησαν την αποδοχή δικαιικών προτύπων, τόσο στο χώρο του συνταγματικού δικαίου όσο και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου. Καθόλου τυχαία, λοιπόν, το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε στην ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων των χωρών αυτών, στην εμπέδωση της οικονομίας της αγοράς και στην υιοθέτηση συγκεκριμένου περιεχομένου πολιτειακών προτύπων.
  1. Στις χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων η επιβολή ξένων δικαιικών προτύπων λαμβάνει περισσότερο έμμεση μορφή. Το φαινόμενο της εναρμόνισης των δικαιικών τάξεων συγκαλύπτει συχνά την επιβολή ξένου δικαίου. Η εναρμόνιση της νομοθεσίας των πιο αδύναμων κρατών στις κατευθύνσεις της ΕΕ έχει τέτοια χαρακτηριστικά επιβολής20. Η εντύπωση της αποδοχής του ξένου δικαίου υφίσταται γιατί η εναρμόνιση των δικαίων στηρίζεται στην εθελούσια προσχώρηση σε αυτά της κυρίαρχης τάξης η οποία για λόγους οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων, ακόμη και παρά τις επιμέρους αντιθέσεις, συμμερίζεται και συμμετέχει ενεργά στη διαδικασία αυτή. Έτσι, με δεδομένη τη νομιμοποίηση την οποία απολαμβάνει σε ομαλές συνθήκες η κυρίαρχη τάξη, η επιβολή ξένων δικαιικών προτύπων φαίνεται να είναι προϊόν της βούλησης του εκλογικού σώματος ή, έστω, να γίνεται ανεκτή από αυτό. Υπάρχουν ωστόσο, οριακές καταστάσεις, όπως για παράδειγμα αυτή της Ιρλανδίας. Ο λαός της χώρας κλήθηκε επανειλημμένα σε δημοψήφισμα και ασκήθηκαν ποικιλόμορφες πιέσεις προκειμένου να μεταβάλλει την αρχική του αρνητική στάση και να αποδεχθεί τη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


Η ελληνική περίπτωση

Στην πρόσφατη ιστορία της χώρας μας η επιβολή ξένου δικαίου πραγματοποιείται με τη μορφή της εναρμόνισης. Έχει λάβει και συνταγματική κατοχύρωση. Ήδη το σχέδιο συνταγματικής αναθεώρησης του 1963 προέβλεπε διατάξεις για την ενσωμάτωση της Ελλάδας στην ΕΟΚ ενώ το άρθρο 28 του Συντάγματος του 1975 αποτέλεσε τη βάση των σχετικών εξελίξεων. Η εναρμόνιση ωστόσο δεν έπαυε να υποκρύπτει ένα υποδεέστερο, συμπληρωματικό ρόλο της χώρας μας στον ευρωπαϊκό, καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας. Αντίθετα, ενέτεινε την ανισομετρία στην ανάπτυξη εντός της ΕΕ21.
Η υιοθέτηση του άρθρου 28 του Συντάγματος είχε προκαλέσει σφοδρές κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις. Σύσσωμη η αντιπολίτευση αντιτάχθηκε σε αυτό. Ήταν τέτοια η εμμονή των κυρίαρχων οικονομικά και πολιτικά δυνάμεων στην επιλογή αυτή που δεν αποδέχτηκαν καμιά από τις προτάσεις της τότε αντιπολίτευσης που κατατέθηκαν κατά τη συζήτηση αναθεώρησης του Συντάγματος22. Δεν έγινε δεκτή ούτε τροπολογία που πρότεινε αυξημένη πλειοψηφία 2/3 του όλου αριθμού των βουλευτών προκειμένου να αποφασίσει η Βουλή περιορισμούς στην εθνική κυριαρχία23.
Στη συνέχεια, όπως είναι γνωστό, σε συνθήκες δικομματικής συναίνεσης, κατά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001 προστέθηκε στο άρθρο αυτό η ερμηνευτική δήλωση που διευκρινίζει ότι «το άρθρο 28 αποτελεί θεμέλιο για τη συμμετοχή της Χώρας στις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» και, παράλληλα, με το άρθρο 80 κατοχυρώθηκε η συμμετοχή στην ΟΝΕ. Σαν συνέπεια, η μεγάλη πλειοψηφία των νόμων που ψηφίζονται από τη Βουλή και των προεδρικών διαταγμάτων αποτελούν μεταφορά στην ελληνική πραγματικότητα ειλημμένων αποφάσεων στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης24.
Χαρακτηριστική της επιβολής δικαιικού προτύπου υπήρξε η τύχη του άρθρου 14 παρ. 9 του Συντάγματος του 1975/1986/2001. Η διάταξη αυτή επιχειρούσε να θέσει κάποιους ελάχιστους και όχι ιδιαίτερα αποτελεσματικούς περιορισμούς στη δυνατότητα των ισχυρών ιδιοκτητών μέσων ενημέρωσης να αναλαμβάνουν έργα του δημοσίου. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατάργησε ουσιαστικά με την παρέμβασή της το σχετικό άρθρο του Συντάγματος.
Με την οικονομική κρίση η πλευρά αυτή της επιβολής του δικαίου έγινε από τη μια πλευρά περισσότερο εμφανής και, από την άλλη, πιο έντονη. Η επιβολή δημοσιονομικής εποπτείας βάσει των άρθρων 126 παρ. 9 και 136 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όσα ακολούθησαν και διαδραματίζονται στις μέρες μας σημαίνουν την επιβολή ολοένα και στενότερου οικονομικού ελέγχου και επιτήρησης στη χώρα μας. Όλες οι σημαντικές πολιτικές αποφάσεις γύρω από την οικονομική πολιτική, και όχι μόνο, υπαγορεύθηκαν και υπαγορεύονται από τα επιτελεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι υπαγορεύσεις ενδέχεται να οδηγήσουν ακόμη και σε συνταγματική αναθεώρηση προκειμένου να ικανοποιούνται προνομιακά οι δανειστές25.
Τα Μνημόνια, οι εφαρμοστικοί των Μνημονίων νόμοι, οι δανειακές συμβάσεις που υπέγραψε η κυβέρνηση και που παραχωρούν κυριαρχικά δικαιώματα, πέρα και από τις όποιες προβλέψεις του άρθρου 28 του Συντάγματος, το σύνολο των νομοθετικών αντιλαϊκών επιλογών που εκπορεύονται από αυτά, το λεγόμενο Σύμφωνο Σταθερότητας, οι τροποποιήσεις του κρατικού προϋπολογισμού με βάση τις απαιτήσεις των δανειστών, οι νόμοι με τους οποίους περικόπηκαν δραστικά οι αποδοχές των εργαζομένων δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, η κατ’ ουσία κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και η λοιπή σχετική νομοθεσία καθώς επίσης οι μηχανισμοί καθημερινής επιτήρησης και παρακολούθησης της νομοθετικής πολιτικής όσο και της εφαρμογής των νόμων από τους μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου αποτελούν τις καθημερινές απτές πλευρές αυτής της επιβολής δικαιικού προτύπου26.
Οι νομοθετικές αυτές επιλογές επέβαλλαν στον ελληνικό λαό ένα συγκεκριμένο, νεοφιλελεύθερο μοντέλο κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης ήδη με την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη το 1985 και στη συνέχεια με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και τις τροποποιήσεις της27.
Οι ποικίλες παρεμβάσεις επιδρούν όχι μόνο στην υιοθέτηση συγκεκριμένων νομοθετικών επιλογών και προτύπων αλλά και στον τρόπο ερμηνείας και εφαρμογής ή μη εφαρμογής του ισχύοντος δικαίου. Οι συστηματικές παραβιάσεις των συνταγματικών διατάξεων28, οι οριακές συνταγματικές επιλογές όπως ο σχηματισμός της κυβέρνησης Παπαδήμου, η ματαίωση του δημοψηφίσματος (άσχετα με τις μεθοδεύσεις των εγχώριων πολιτικών δυνάμεων), ο καθορισμός της ημερομηνίας των εκλογών από τα ξένα κέντρα, η επιβολή ενός άτυπου και ιδιότυπου, αντισυνταγματικού καθεστώτος έκτακτης ανάγκης αποτελούν συμπληρωματικές πλευρές της επιβολής ξένων δικαιικών προτύπων.
Επιβάλλεται με τον τρόπο αυτό μια βίαιη αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου σε βάρος του λαού και σε όφελος των δανειστών και του μονοπωλιακού κεφαλαίου, εγχώριου και αλλοδαπού. Επιβάλλεται επίσης έναν οικονομικός δρόμος ανάπτυξης που, πέρα από το βαθιά κοινωνικά άδικο χαρακτήρα του, συρρικνώνει τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας και ιδίως τη βιομηχανική και τεχνολογική της βάση, δημιουργεί νέα δεσμά εξάρτησης και καθυπόταξης της Ελλάδας, αυξάνει την απόσταση που τη χωρίζει από τις αναπτυγμένες χώρες29.
Στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης, λοιπόν, τα στοιχεία της επιβολής γίνονται πιο έντονα και πλέον ορατά ακόμη και για χώρες μέσου επιπέδου ανάπτυξης όπως η Ελλάδα. Το γεγονός αυτό δεν πρέπει να δημιουργήσει την εντύπωση ότι η κυβέρνηση και οι συστημικές πολιτικές δυνάμεις της χώρας δεν είχαν συμμετοχή στις αποφάσεις αυτές είτε, πολύ περισσότερο, ότι οι αποφάσεις αυτές ελήφθησαν ερήμην τους ή σε αντίθεση με τις επιδιώξεις τους. Η πραγματικότητα δείχνει ότι η οικονομικά κυρίαρχη τάξη και η πολιτική της ελίτ διαθέτουν κοινή στρατηγική στόχευση με τα επιτελεία της ΕΕ, ακόμη και αν κάποιες πλευρές αυτής της σχέσης μπορεί κάποτε να θίγουν κάποια επιμέρους συμφέροντα του τμημάτων εγχώριου κεφαλαίου υποβαθμίζοντας τη θέση του στο διεθνή καταμερισμό εργασίας.
Να υπογραμμιστεί ότι οι αναπτυγμένες χώρες δεν ακολουθούν πάντοτε απαρέγκλιτα αυτό το μοντέλο που επιβάλλουν στην Ελλάδα. Η άντληση υπερκερδών από τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες παρέχει τη δυνατότητα στα αναπτυγμένα βιομηχανικά κράτη για μεγαλύτερους ελιγμούς. Για παράδειγμα, η κατεδάφιση του εργατικού δικαίου στη Γαλλία ή στη Γερμανία δεν έχει τους ίδιους καταιγιστικούς ρυθμούς που γνωρίζουμε στη χώρα μας. Για την εξασφάλιση της στοιχειώδους κοινωνικής συναίνεσης, οι κυρίαρχες δυνάμεις των ισχυρών κρατών παραχωρούν ένα μικρό μέρος των υπερκερδών στην εργατική τάξη.
Ενώπιον, λοιπόν, του προφανούς, ότι δηλαδή η επιβολή ξένων δικαιικών προτύπων συνιστά πηγή κακοδαιμονίας για τη μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού αλλά και παράγοντα καταρράκωσης της εθνικής κυριαρχίας, απαιτείται, κατά τη γνώμη μου, μια θεμελιώδης στροφή: σε οικονομικό, πολιτικό, νομικό-συνταγματικό επίπεδο. Είναι επιτακτικά αναγκαία για τον ελληνικό λαό η κατάκτηση της πλήρους οικονομικής και πολιτικής του κυριαρχίας30. Η φωνή της επιστήμης πρέπει να ακουστεί πιο καθαρά. Όσοι θεραπεύουν τις κοινωνικές επιστήμες δεν μπορεί να αρκούνται στην ερμηνεία του κόσμου. Το ζήτημα είναι να τον αλλάξουμε31.

1 Βλ. J. Carbonnier, Sociologie juridique, Paris, PUF, 1978, σελ. 235 και Θ.Κ. Παπαχρίστου, Κοινωνιολογία του δικαίου, Αθήνα-Κομοτηνή, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 1999, σελ. 129-130.
2 Βλ. Θ. Παπαχρίστου, Εισαγωγή στην Κοινωνιολογία του δικαίου, Αθήνα-Κομοτηνή, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 1984, τ. 1, σελ. 166-176.
3 Βλ. Θ.Κ. Παπαχρίστου, Κοινωνιολογία του δικαίου, οπ.π., σελ. 129-130 συγκριτικά και με A.C.Papachristos, La réception des droits privés étrangers comme phénomene de sociologie juridique, Paris, LGDJ, 1975, σελ. 34 επ.
4 Βλ. H.K.Elbir, “La réforme d’ un code civil adopté de l’étranger”, Revue internationale de droit comparé, 1956 (1-2), σελ. 53 επ. και A.C.Papachristos, La réception des droits privés étrangers comme phénomene de sociologie juridique, οπ.π., σελ. 22 επ. και Π. Φουντεδάκη, Το Τουρκικό πολίτευμα (το χωλό δημοκρατικό πρότυπο και οι θεσπισμένες παρεκκλίσεις του), Αθήνα-Κομοτηνή, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 2002, σελ. 235, 251.
5 Βλ. Γ. Κορδάτος, Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής επαναστάσεως του 1821, Αθήνα, εκδ. Επικαιρότητα, 1991, σελ. 215 επ. και Μ. Σταθόπουλος, «Τα έθιμα, ο Maurer και η νομοθετική πολιτική στον τομέα του αστ. Δικαίου τον 19ο αιώνα», Αρμενόπουλος, τευχ. 5, 1992, σελ. 465 επ. και Δ. Καλτσώνης, Ελληνική Συνταγματική ιστορία, τ. Ι: 1821-1940, σελ. 35.
6 Βλ. A.C.Papachristos, La réception des droits privés étrangers comme phénomene de sociologie juridique, οπ.π., σελ. 24 επ., 27 επ. και I. Zajtay, “La réception des droits étrangers et le droit compare”, Revue internationale de droit comparé, vol. 9 No 4, Oct-Dec 1957, σελ. 692.
7 Βλ. A.C.Papachristos, La réception des droits privés étrangers comme phénomene de sociologie juridique, οπ.π., σελ. 42-42, 72-73.
8 Βλ. A.T.Kesli, “Reception and application in Turkey”, Ataturk Universitesi Hukuk Fakultesi Dergisi, 75. Yil Armagani, Vol Yil. 2, No2, Jan 1998, σελ. 261-262.
9 Βλ. H. Bleuchot, “La formation du droit soudanais”, Égypte/Monde arabe, Premiere série no 17/1994, σελ. 133 επ. και J. Goldberg, “Réception du droit francais sous les britanniques en Égypte: un paradoxe”?, Égypte/Monde arabe, Premiere série no 34/1998, σελ. 67 επ.
10 Βλ. ενδεικτικά A.A. Belal – Y. Popov, La formation du sous-developpement: passé, present, futur, Moscou, ed. du Progres, 1987, σελ. 171 επ.
11 Βλ. A.C.Papachristos, La réception des droits privés étrangers comme phénomene de sociologie juridique, οπ.π., σελ. 28 επ.
12 Βλ. Δ. Καλτσώνης, Δίκαιο – κοινωνία – τάξεις, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 2005, σελ. 116 επ.
13 Βλ. Ch.-A. Morand, “Le droit saisi par la mondialisation: définitions, enjeux et transformations” στον τόμο Ch.-A. Morand (dir.), Le droit saisi par la mondialisation, Bruxelles, Bruylant, 2001, σελ. 95 και Δ. Καλτσώνης, Δίκαιο-κοινωνία-τάξεις, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 2005, σελ. 116 επ.
14Βλ. N. Klein, Το δόγμα του σοκ, Αθήνα, εκδ. Λιβάνη, σελ. 462 επ.
15 Βλ. N. Klein, Το δόγμα του σοκ, οπ.π., σελ. 363 επ.
16 Βλ. F. Ost, “Mondialisation, globalization, universalisation: s’ arracher, encore et toujours, a l’ état de nature” στον τόμο Ch.-A. Morand (dir.), Le droit saisi par la mondialisation, Bruxelles, Bruylant, 2001, σελ. 16-18, 26.
17 Βλ. M. Delmas-Marty, Les forces imaginantes du droit-Le relatif et l’ universel, Paris, Seuil, σελ. 399.
18 Βλ. F. Lordon, “La démondialisation et ses ennemis”, Le Monde Diplomatique, Aout 2011, σελ. 1 επ.
19Βλ. I. Giraudou, “L' assistance juridique japonaise aux pays dits “émergents” d' Asie”, Transcontinentales, 7/2009, σελ. 47 επ.
20 Βλ. όμως και M. Kohen, “Internationalisme et mondialisation” στον τόμο Ch.-A. Morand (dir.), Le droit saisi par la mondialisation, Bruxelles, Bruylant, 2001, σελ. 123-124 και S. Poillot-Peruzzetto, “Vers une culture juridique européenne, le pont de l’ Europe” στον τόμο S. Robin-Olivier – D. Fasquelle (dir.), Les échanges entre les droits, l’ expérience communautaire (une lecture des phénomenes de régionalisation et de mondialisation du droit), Bruxelles, Bruylant, 2008, σελ. 173 επ.
21Βλ. Γ. Οικονομάκης, «Η κρίση του εξωστρεφούς μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού», Ουτοπία, τευχ. 96, σελ. 79 επ., 85.
22 Βλ. συνοπτικά για τις σχετικές ενστάσεις και αντιπροτάσεις που κατατέθηκαν κατά την αναθεωρητική διαδικασία του 1975 Δ. Καλτσώνης, Ελληνική Συνταγματική Ιστορία, τ. ΙΙ: 1941-2001, Αθήνα, εκδ. Ξιφαράς, 2010, σελ. 143-145.
23 Βλ. τις σχετικές τροπολογίες των Γ. Μαύρου (επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης) και Α. Παπανδρέου στο Δ. Καλτσώνης (επιμ.), Η Συνταγματική αναθεώρηση του 1975: κατ' άρθρο κυβερνητικά σχέδια και τροπολογίες κομμάτων και βουλευτών (Τα Ελληνικά Συντάγματα τ. ΙΙ), Αθήνα, εκδ. Ξιφαράς, 2011, σελ. 174 επ., 177.
24 Βλ. Γ. Ρούσης, εφημ. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 21 Μαρτίου 2010.
25 Βλ. συνέντευξη του Γ. Σταυρόπουλου, εφημ. Η Καθημερινή, 26/2/2012.
26Βλ. την έκδοση «Το νέο Μνημόνιο» όπου περιλαμβάνεται εισαγωγή του Ν. Μαριά αλλά και τα πρακτικά της συζήτησης που οργανώθηκε στο Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών με θέμα «Η Δανειακή Σύμβαση μεταξύ Ελλάδας – κρατών μελών Ευρωζώνης και η Εθνική μας Κυριαρχία», Επίκαιρα, τευχ. 47, 9/9-15/9/2010 και Κ. Χρυσόγονος, «Η χαμένη τιμή της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ο μηχανισμός «στήριξης» της ελληνικής οικονομίας από την οπτική της εθνικής κυριαρχίας και της δημοκρατικής αρχής», http://www.constitutionalism.gr/html/ent/809/ent.1809.asp και Γ. Κατρούγκαλος, «Τα καταστροφικά αδιέξοδα του νέου μνημονίου», http://greek-critical-legal.blogspot.com/2012/02/blog-post.html.
27 Βλ. Κ. Δουζίνας, «Η Ευρώπη που έρχεται», Ουτοπία, τευχ. 96, σελ. 114.
28Βλ. συνοπτικά την Κοινή δήλωση των Γ. Κασιμάτη, Α. Δημητρόπουλος, Γ. Κατρούγκαλος, Η. Νικολόπουλος, Κ. Χρυσόγονος, http://greek-critical-legal.blogspot.com/2012/02/blog-post_13.html και Δ. Σαραφιανός, “Η δημοκρατία χωρίς το Σύνταγμα και χωρίς τη δημοκρατία”, Ουτοπία, τευχ. 96, σελ. 21 επ. και Δ. Μπελαντής, «Νομικές και συνταγματικές όψεις των «νέων συμφωνιών»», Ουτοπία, τευχ. 97, σελ. 13 επ.
29Βλ. Σ. Μαυρουδέας, «Το ελληνικό κράτος και το ξένο κεφάλαιο στην οικονομική κρίση», http://www.kratoskaidikaio.blogspot.com/2011_03_01_archive.html, Μάρτιος 2011.
30 Βλ. Δ. Καλτσώνης (επιμ.), Η Συνταγματική αναθεώρηση του 1975: κατ' άρθρο κυβερνητικά σχέδια και τροπολογίες κομμάτων και βουλευτών (Τα Ελληνικά Συντάγματα τ. ΙΙ), οπ.π., σελ. 10 επ. και Κ. Χρυσόγονος, «Σχεδίασμα εκδημοκρατισμού. Δώδεκα θέσεις για μια άλλη αναθεώρηση», http://www.constitutionalism.gr/html/ent/056/ent.2056.asp.
31 Κατά τη γνωστή θέση του Μαρξ στο Φ. Ένγκελς, Ο Λουδοβίκος Φόϋερμπαχ και το τέλος της γερμανικής κλασικής φιλοσοφίας, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1981, σελ. 70.

Παρασκευή 2 Μαρτίου 2012

ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
ΓΕΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ
«ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ»

Αίθουσα B1, ώρα 8 μμ

Πρόγραμμα 2011-2012
Εαρινό εξάμηνο

Τετάρτη, 7 Μαρτίου 2012
Η επιβολή ξένων δικαιικών προτύπων
Δημήτρης Καλτσώνης, επ. καθηγητής θεωρίας Κράτους και δικαίου, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Τετάρτη, 14 Μαρτίου 2012
Οικουμενικότητα ή σχετικότητα των ανθρώπινων δικαιωμάτων: Οι "ασιατικές" και "αφρικανικές" αξίες
Γιώργος Κατρούγκαλος, αν. καθηγητής Συνταγματικού δικαίου, ΔΠΘ

Τετάρτη, 21 Μαρτίου 2012
Οι ένοπλες δυνάμεις στο Σύνταγμα της Ιαπωνίας
Ολυμπία Παπαφίλη, ΜΔΕ Γενικού Τμήματος Δικαίου, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Τετάρτη, 28 Μαρτίου 2012
Συνύπαρξη παραδοσιακής και «δυτικής» τύπου δικαιοσύνης στο Τόγκο (Δυτ. Αφρική)
Ανδρέας Χέλμης, επ. καθηγητής Ιστορίας δικαίου, Νομική Αθήνας

Τετάρτη, 4 Απριλίου 2012
Μεσόγειος και γεωστρατηγικά συμφέροντα
Μαίρη Μπόση, επ. καθηγήτρια Διεθνών σχέσεων, Πανεπιστήμιο Πειραιά

Τετάρτη, 25 Απριλίου 2012
Λαϊκή εξέγερση και δημοκρατία στην Αίγυπτο
Αγγελική Ευσταθοπούλου, τελειόφοιτη Πολιτικής Επιστήμης, Πάντειο Πανεπιστήμιο
Λαϊκή εξέγερση και πολιτικό σύστημα στην Τυνησία
Νιδάλ Μιζούνι, τελειόφοιτη Νομικής Αθήνας

Τετάρτη, 2 Μαϊου 2012
Αποτελεσματική δικαστική προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην ελληνική έννομη τάξη: οι πρόσφατες αποφάσεις του ΕΔΔΑ
Όλγα Τσόλκα, λέκτορας Ποινικής δικονομίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Τετάρτη, 9 Μαϊου 2012
Κριτήρια ποινικοποίησης συμπεριφοράς στο σύγχρονο Κράτος Δικαίου
Τάσος Καντιάνης, δρ. δικαίου Πανεπιστημίου Gottingen

Τετάρτη, 16 Μαϊου 2012
Εργασία και επιτήρηση: το σχετικό νομικό πλαίσιο και η εφαρμογή του στην πράξη
Αντώνης Μπρούμας, δικηγόρος, LLM Πανεπιστημίου Γλασκώβης, ΜΔΕ Νομικής Αθήνας

Τετάρτη, 23 Μαϊου 2012
Η κρίση στην ΕΕ και στην ευρωζώνη
Σταύρος Μαυρουδέας, καθηγητής Πολιτικής οικονομίας, ΠΑΜΑΚ

Τετάρτη, 30 Μαϊου 2012
Η συμβολή της Ελλάδας στον ευρωενωσιακό νομικό πολιτισμό
Νέδα Κανελλοπούλου, επ. καθηγήτρια Συνταγματικού δικαίου, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Τετάρτη, 6 Ιουνίου 2012
H επίδραση των δυτικών δικαίων στο δίκαιο των αραβικών κρατών της Μεσογείου
Ελίνα Μουσταϊρα, αν. καθηγήτρια Συγκριτικού δικαίου, Νομική Αθήνας

Tετάρτη, 13 Ιουνίου 2012
Ο Αλ. Σβώλος για το κράτος
Μαρία Κοναξή, ΠΜΣ Γενικού Τμήματος Δικαίου, Πάντειο Πανεπιστήμιο
Το δίκαιο της ανάγκης
Κώστας Κατσανέβας, ΠΜΣ Γενικού Τμήματος Δικαίου, Πάντειο Πανεπιστήμιο





Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

Γιώργου Κατρούγκαλου, Φύση και πολιτική δεν ανέχονται το κενό


Η ιστορία, δυστυχώς, επαναλαμβάνεται και ως τραγωδία και ως φάρσα. Το κομματικό σύστημα καταρρέει σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που είχε καταρρεύσει και ο παλαιοκομματισμός μετά την πτώχευση της χώρας του 1893. Ο Σουρής γράφοντας στο Ρωμιό περιέγραφε πώς αντιμετώπιζε τότε ο λαός τους πολιτικούς:
«(Με) εμπτυσμούς, ραπίσματα, κολάφους,
και μούντζες αναρίθμητες από προγόνων τάφους»
Όπως και τότε, έτσι και σήμερα οι πάνω δεν μπορούν και οι κάτω δεν θέλουν  πια να κυβερνούνται όπως πρώτα. Οι αιτίες της κατάρρευσης είναι κοινές και στις δύο ιστορικές περιόδους: Αφενός δεν είναι πια δυνατή η συντήρηση του συστήματος μέσω του εκμαυλισμού των πελατειακών πολιτικών, ελλείψει πόρων. Από την άλλη μεριά, η «άψογος στάσις» έναντι των διεθνών δανειστών (όπως έχει μείνει στην ιστορία η ενδοτική πολιτική του τότε πρωθυπουργού Γεωργίου Θεοτόκη) είναι προφανές πλέον ότι δεν συνιστά απλώς πράξη υποτέλειας και εθελοδουλείας αλλά και αδιέξοδη πολιτικά και οικονομικά επιλογή.
Το φάρμακο τους είναι χειρότερο από την αρρώστια. Ο βιασμός του κοινωνικού κράτους δεν συνιστά μόνον ασέλγεια επί του Συντάγματος, αλλά οδηγεί αναπόφευκτα στην άτακτη χρεοκοπία της χώρας. Και τούτο γιατί συνεπάγεται, μοιραία, τη συρρίκνωση της πραγματικής οικονομίας και την νέα υπερχρέωση της χώρας, όχι για να βρεθούν πόροι για την ανάπτυξη, αλλά για να πληρωθούν οι δανειστές, με όσα δανεικά μας δίνουν οι ίδιοι και με τη λεηλασία της δημόσιας περιουσίας και των υποδομών της χώρας.
Δεν υπάρχει, όμως, τρόπος να κατασκευαστεί συναίνεση πια με τα παλαιά υλικά. Τα φαινόμενα αυθόρμητης αντίδρασης και ανομίας αποτελούν τον επιθανάτιο ρόγχο του κομματικού συστήματος. Ήρθε  η ώρα η οργή να μπορέσει να μετασχηματιστεί σε ρεαλιστική πολιτική εναλλακτική λύση. Ίσως ο χρόνος να μην επαρκεί μέχρι τις εκλογές του Απρίλη ώστε από τα κάτω να διαμορφωθεί η λύση αυτή. Το κενό όμως δεν το ανέχεται ούτε η φύση ούτε η πολιτική.  Όπως και το 1909 με το Κίνημα στο Γουδί, έτσι και σήμερα οι καιροί απαιτούν και ο λαός θα επιβάλει νέο πολιτικό σύστημα και νέο Σύνταγμα.
Όπως έγραφε και ο Μπρεχτ, σε ανάλογες μέρες του ’30, έφτασε η ώρα να πούμε όλοι μαζί στο παλαιοκομματικό κατεστημένο:
«Η ανεργία, πληγή και παιδεμός του τόπου, θα λείψει μοναχά τη μέρα που θα μπείτε εσείς στην ανεργία!»

Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα Εθνος της 18/2/2012. 

Γιώργου Κατρούγκαλου, Υπάρχει εναλλακτική λύση;


Οι αλλοδαποί που δανείζουν χρήματα σε κάποιο κράτος δεν μπορούν να μην περιμένουν ότι θα επηρεαστούν αρνητικά από τυχόν δυσπραγία του κράτους αυτού. (…) Δεν μπορούν, για παράδειγμα, να περιμένουν από το Κράτος να κλείσει τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και τα δικαστήρια, να διαλύσει την αστυνομία, να παραμελήσει τις δημόσιες υπηρεσίες και  να εκθέσει το λαό του σε συνθήκες χάους και αναρχίας μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει τους δανειστές του, αλλοδαπούς ή ημεδαπούς»
Δήλωση στην προπαρασκευαστική Επιτροπή της Συνθήκης της Χάγης για την Κωδικοποίηση του Διεθνούς Δικαίου (1930)[1]


Η Μάργκαρετ Θάτσερ είχε κερδίσει το προσωνύμιο ΤΙΝΑ, από τα αρχικά της αγγλικής φράσης «There Is No Alternative», δηλαδή «Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση». Είναι προφανές γιατί. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, επειδή υποβαθμίζουν το επίπεδο ευημερίας των εργαζομένων και διαλύουν τα πάσης φύσεως κοινωνικά  δικαιώματα,  είναι από τη φύση τους τόσο αποκρουστικές, που δεν  μπορεί να επιλεγούν παρά μόνον ως η αναπόφευκτη οδός αποφυγής μιας ανείπωτης καταστροφής, η οποία ουδέποτε βεβαίως περιγράφεται με ακρίβεια. Την ίδια τακτική ακολουθούν και στη χώρα μας οι τελευταίοι Μοϊκανοί των μνημονιακών πολιτικών. Τώρα πια που οι εφεδρείες του καταρρέοντος πολιτικού συστήματος έχουν πια «καεί» (δείτε την δημοσκοπική καταβαράθρωση της αποδοχής της πολιτικής της Κυβέρνησης Παπαδήμου) ακούμε συνεχώς για την «κατάρα» και την «κόλαση» που μας περιμένει, αν επιλέξουμε τη στάση πληρωμών, αντί για τη συνέχιση της υπερχρέωσης της χώρας.
Η αλήθεια είναι ότι καταστροφή αποτελεί η συνέχιση της ίδιας αποτυχημένης συνταγής. Το φάρμακο είναι πιο θανατηφόρο από την αρρώστια. Και αυτό γιατί οι πολιτικές του μνημονίου δεν είναι μόνο άδικες και αντικοινωνικές, αλλά και βαθύτατα αναποτελεσματικές. Θα οδηγήσουν, τελικά, σε άτακτη χρεοκοπία, στην οποία θα οδηγηθούμε άκοντες, χωρίς να την έχουμε εμείς οι ίδιοι επιλέξει,  με την οικονομία διαλυμένη και κατεδαφισμένο το κοινωνικό κράτος.
Άλλωστε, οι πολιτικές της τρόικας δεν δοκιμάζονται εδώ για πρώτη φορά. Ισχυρίζονται οι απολογητές της εθελοδουλείας ότι το μνημόνιο απέτυχε γιατί δεν εκτελέστηκε πλήρως, γιατί τάχα δεν εφαρμόστηκαν οι περίφημες διαρθρωτικές αλλαγές. Τις ξέρουμε αυτές τις αλλαγές της διαβόητης «συναίνεσης της Ουάσιγκτον». Συνοψίζονται στο εξής τρίπτυχο:
·         Μεγιστοποίηση της κερδοφορίας μέσω της συμπίεσης του μισθολογικού κόστους και της αποδιάρθρωσης της εργατικής νομοθεσίας, υπό το ψευδώνυμο της «απελευθέρωσης»
·         Μαζική μεταφορά πόρων από το δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα (ιδιωτικοποιήσεις)
·         Μονεταριστική πολιτική με έμφαση στη δραματική μείωση των δημοσίων δαπανών, ιδίως των κοινωνικών.
Οι πολιτικές αυτές επιβλήθηκαν για μια διετία στην Αργεντινή και την οδήγησαν στην κατάρρευση. Την αποτυχία παραδέχεται το ίδιο το ΔΝΤ[2].
Ξέρουμε ήδη από δηλώσεις υπουργών που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα που είναι σήμερα κυβερνητικότερη και από την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ότι (αντιγράφω επί λέξει από άρθρο με τον εύγλωττο τίτλο «Ηµασταν σαν τις πόρνες µετά την πρώτη τους φορά»: «δεν είχε γίνει η παραµικρή προετοιµασία και απλώς την τελευταία στιγµή αποµονώνονταν τµήµατα από παλαιότερα µνηµόνια του ∆ΝΤ µε την Τουρκία, το Μεξικό ή την Ουγγαρία και προσαρµόζονταν βιαστικά για να συνθέσουν το ελληνικό µνηµόνιο». Επρόκειτο για «μνημόνιο Φρανκεστάιν»[3].
Συνεπώς, στην πραγματικότητα το δίλημμα δεν είναι ταπείνωση ή χρεοκοπία, όπως προσπαθούν να μας πείσουν, αλλά είτε ταπείνωση και άτακτη χρεοκοπία είτε στάση πληρωμών, με κυριαρχική μονομερή πράξη του κράτους μας που θα γίνει με τους όρους που θα συμφέρουν εμάς και όχι τους δανειστές μας[4].  Το εξωτερικό δημόσιο χρέος συνάπτεται με διεθνείς συμβάσεις. Αυτές από συνταγματικής πλευράς μπορούν να καταγγελθούν οποτεδήποτε μονομερώς, στο πλαίσιο άσκησης κρατικής κυριαρχίας, όπως όλες οι συμβάσεις. Όχι απλώς είναι νόμιμη παρόμοια καταγγελίας από πλευράς διεθνούς δικαίου, αλλά  επιβάλλεται μάλιστα ως συνταγματική υποχρέωση του κράτους, όταν υφίσταται κατάσταση ανάγκης που δεν επιτρέπει ταυτόχρονη ικανοποίηση των δανειστών και την εκπλήρωση των βασικών κοινωνικών λειτουργιών της πολιτείας: υγεία, παιδεία, ασφάλεια, κοινωνική ειρήνη.
Η στάση πληρωμών και γενικότερα η κατάσταση ανάγκης ως λόγος υπαναχώρησης από διεθνείς υποχρεώσεις, αναγνωρίζονται τόσο από την  Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου των ΗΕ όσο και από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η πρώτη έχει καταρτίσει σχέδιο σύμβασης για την Ευθύνη των Κρατών από Παράνομες Πράξεις, που έγινε δεκτό από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 12 Δεκεμβρίου του 2001, χωρίς όμως ακόμη να έχει λάβει τη μορφή διεθνούς σύμβασης[5]. Σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 1 του σχεδίου, τα κράτη μπορούν να επικαλεστούν κατάσταση ανάγκης ως λόγο μη συμμόρφωσης σε διεθνή τους υποχρέωση, εφόσον αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλισθεί ένα ζωτικό τους συμφέρον έναντι άμεσου και επικείμενου κινδύνου. Παρόμοιος εθιμικός κανόνας φαίνεται ότι έχει ήδη αναγνωριστεί από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ICJ)[6].
Στην πραγματικότητα, πρόκειται μάλλον για γενική αρχή του δικαίου (salus populi suprema lex est), που διατρέχει όλους τους δικαιικούς κλάδους[7]. Όπως παρατηρούσε εύστοχα ο Ιωάννης Γιούπης ως εκπρόσωπος του Ελληνικού Κράτους στην υπόθεση Socobelge ενώπιον του Μόνιμου Διεθνούς Δικαστηρίου το 1938, όταν τα κράτη βαρύνονται με υποχρεώσεις έναντι των οφειλετών τους, τις οποίες δεν μπορούν να εκπληρώσουν παράλληλα με τις υποχρεώσεις τους έναντι του λαού τους, είναι υποχρεωμένα να ικανοποιήσουν κατά προτεραιότητα τις βασικές κοινωνικές ανάγκες, έστω και με βλάβη των πιστωτών[8].
Την αρχή αυτή επιβεβαίωσε πρόσφατα σε σχέση με το χρέος της Ρωσίας και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, κρίνοντας ότι αποτελεί προστατευόμενο από τη σύμβαση σκοπό δημοσίου συμφέροντος η επιλογή ενός κράτους να δώσει προτεραιότητα στην ικανοποίηση των βασικών κοινωνικών αναγκών έναντι αποκλειστικά οικονομικών απαιτήσεων των δανειστών τους[9].
 Η περίπτωση της επαναδιαπραγμάτευσης χρέους από την Αργεντινή εντάσσεται σε αυτό το νομικο-πολιτικό πλαίσιο. Με τον τρόπο αυτό διαγράφηκαν περισσότερο από τα δύο τρίτα του αργεντινού χρέους και αναστράφηκε η φοβερή δυστυχία που επέβαλαν στη χώρα αυτή οι πολιτικές του ΔΝΤ που τώρα εφαρμόζονται στη χώρα μας. Παρά την κριτική που ασκήθηκε εναντίον τους από τους δανειστές και τα κράτη φερέφωνα τους, οι εν λόγω πράξεις κρίθηκαν σύμφωνες με το διεθνές δίκαιο από εθνικά και διεθνή δικαστήρια. Για παράδειγμα, το Διεθνές Κέντρο για την Διευθέτηση Επενδυτικών Διαφορών (International Centre for Settlement of Investment DisputesICSID-) το οποίο αποτελεί διαιτητικό/δικαιοδοτικό όργανο της Παγκόσμιας Τράπεζας, του δίδυμου δηλαδή οργανισμού του ΔΝΤ, σε αποφάσεις του σχετικές με τη στάση πληρωμής της Δημοκρατίας της Αργεντινής δέχθηκε ότι υφίσταται γενικός εθιμικός κανόνας του διεθνούς δικαίου για την  κατάσταση ανάγκης, που μπορεί να αποτελέσει βάση για την μονομερή αποχώρηση από ανειλημμένες συμβατικές υποχρεώσεις[10].
Το ιταλικό ακυρωτικό έκρινε, επίσης,  ότι η εν λόγω πράξη αποτελούσε άσκηση κυριαρχικής αρμοδιότητας και ότι τα συμφέροντα της οργανωμένης από το κράτος κοινότητας έχουν απόλυτο προβάδισμα έναντι αντίθετων συμφερόντων, πράγμα που αποκλείει τον νομικό τους έλεγχο από αλλοδαπά δικαστήρια, ως κυριαρχική πράξη[11]. Και το γερμανικό ομοσπονδιακό συνταγματικό δικαστήριο θεώρησε ότι δεν υφίσταται υποχρέωση του γερμανικού κράτους για προστασία δικαιωμάτων πολιτών του  που πλήττονταν από την εν λόγω πράξη[12].
Όλα τα παραπάνω αποκρύπτονται από τον ελληνικό λαό. Ήρθε η στιγμή να τεθεί υπόψη του λαού με δημοψήφισμα εάν επιθυμεί η όχι τη νέα δανειακή σύμβαση και όσα αυτή συνεπάγεται. Βεβαίως, το πολιτικό σύστημα δεν θα συναινέσει εύκολα σε αυτό. Και αυτό γιατί όσοι υπερασπίζονται τις πολιτικές της εθελοδουλείας θέλουν ο λαός μας να μην αποφασίζει στη βάση επιχειρημάτων, αλλά σαν δούλος του φόβου των ανείπωτων και απροσδιόριστων καταστροφών-φόβητρο που του επισείουν. Όποιος όμως λεύτερα από το φόβο συλλογάται, συλλογάται ορθά…


(Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα Ποντίκι της 16-2-2012)



[1]  Στην εν λόγω δήλωση αναφέρεται η Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου του ΟΗΕ για να στοιχειοθετήσει την άποψη ότι αποτελεί εθιμικό διεθνές δίκαιο η επίκληση κατάστασης έκτακτης ανάγκης από ένα κράτος Addendum to the eighth report on State responsibility, in: Yearbook of the International Law Commission 1980, Vol. II, σ. 13 κ.ε, αρ. παρ. 25, ACDI ,σ. 148.
[2] Βλ. σχετικά IMF, Report on the Evaluation of the Role of the IMF in Argentina, 1991-2001. June 30, 2004.
[3] Παύλος Παπαδόπουλος «Ηµασταν σαν τις πόρνες µετά την πρώτη τους φορά» Το δραματικό παρασκήνιο των δύο ετών του μνημονίου,  Bήμα 16-10-2011
[4] Για το ότι η στάση πληρωμών αποτελεί μονομερή, κυριαρχική πράξη, απόρροια της εθνικής κυριαρχίας, βλέπε την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ιταλίας Borri v. Argentina,
[5] Responsibility of States for Internationally Wrongful Acts, Annex to the Resolution of the United Nations General Assembly A/RES/56/83.
[6] Judgment of the International Court of Justice of 25 September 1997, Gabcikovo-Nagymaros Project (Hungary/Slovakia), I.C.J. Reports 1997, σ. 7, παρα. 51. Βλ και τις αντίστοιχες θέσεις περί δημιουργίας σχετικού εθιμικού κανόνα της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου των ΗΕ σεAddendum to the eighth report on State responsibility, in: Yearbook of the International Law Commission 1980, Vol. II, σ. 13, Addendum to the eighth report on State responsibility, in: Yearbook of the International Law Commission 1980, Vol. II, σ. 13
[7] Κατά το Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο των ΗΕ “το πρώτο καθήκον (του κράτους) είναι απέναντι στον εαυτό του. Η επιβίωση του αποτελεί πρωταρχικό στόχο. Τα έσοδα του ορθά αφιερώνονται στον σκοπό αυτό”, French Company of Venezuelan Railroads Case, UNRIAA, Vol. X, p. 285 (353))
[8] Permanent Court of International Justice (PCIJ), Series C, no. 87 (1938-1939), 187 κ.ε., ιδίως σ. 205 κ.ε.. Πρβλ. και τη μειοψηφούσα άποψη της δικαστή Lübbe-Wolff στην απόφαση BVerfG 2 BvM 1-5/03.
[9] Malysh v. Russia, σκέψη 80.
[10] ICSID Case No. ARB/02/16 Sempra Energy v. Argentina (annulment) του 2010, ICSID LG&E Energy Corp., ICSID Case No. ARB/02/1 LG&E Capital Corp. and LG&E International Inc.1 v. Argentine Republic (Liability), ιδίως  παρα. 267. Αξιοσημείωτο είναι ότι σε προηγούμενη ανάλογη απόφαση του CMS Transmission Co. v. Argentine Republic (Case ARB/01/8) το Διαιτητικό Δικαστήριο είχε κρίνει διαφορετικά..
[11] Corte Suprema di Cassazione, Ordinanza της 27 Μαΐου 2005, R.G.N. 6532/04
[12] BVerfG, 2 BvR 120/03 της 4.5.2006. Πρβλ. BVerfG, 2 BvM 1-5/03 της 8.5.2007.

Αναζήτηση στο ιστολόγιο