Το Σύνταγμα μας δεν συνδέει την πολιτική επιστράτευση με την
απεργία. Τη ρυθμίζει σε άλλο άρθρο, ως εξαίρεση στον κανόνα της απαγόρευσης αναγκαστικής
εργασίας, για να αντιμετωπιστούν απολύτως εξαιρετικές και έκτακτες ανάγκες,
σχετικές με θεομηνίες ή κινδύνους για την δημόσια υγεία, θέματα προφανώς
εντελώς άσχετα με τους εργατικούς αγώνες.
Ειδικότερα, κατά το άρθρο 22 παρ. 4 του Συντάγματος η πολιτική
επιστράτευση (με τον τεχνικό όρο «επίταξη προσωπικών υπηρεσιών») ορίζεται ως
εξής:
«4. Οποιαδήποτε μορφή αναγκαστικής εργασίας
απαγορεύεται.
Ειδικοί νόμοι
ρυθμίζουν τα σχετικά με την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών σε περίπτωση πολέμου ή
επιστράτευσης ή για την αντιμετώπιση
αναγκών της άμυνας της Χώρας ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από θεομηνία ή
ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, καθώς και τα
σχετικά με την προσφορά προσωπικής εργασίας στους οργανισμούς τοπικής
αυτοδιοίκησης για την ικανοποίηση τοπικών αναγκών.»
Η αναγκαστική εργασία, άλλωστε, ρητά απαγορεύεται και από
άλλες διεθνείς συμβάσεις (βλ., ιδίως, τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 της
ΕΣΔΑ, του άρθρου 8 του Διεθνούς Συμφώνου
για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και
των ΔΣΕ 29, 87 και 105.) Συνεπώς, η επιστράτευση ήδη τρεις φορές μέσα σε ένα
χρόνο απεργών (της ΟΛΜΕ, του Μετρό και της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ) αποτελεί κατάφωρη
παραβίαση του Συντάγματος και των διεθνών συνθηκών, εφόσον ούτε θεομηνία
υπήρχε, ούτε άμεσος κίνδυνος για τη δημόσια υγεία.
Το πρόδηλο της αντισυνταγματικότητας προκύπτει άλλωστε και
από το γεγονός ότι η πολιτική επιστράτευση επιβάλλει απόλυτο περιορισμό στην
άσκηση του δικαιώματος της απεργίας, που διαρκεί για αόριστο χρόνο, χωρίς
δηλαδή προσδιορισμένο σημείο λήξης της ισχύος της, εφόσον δεν συνδέεται με
συγκεκριμένο πραγματικό περιστατικό. Αυτό σημαίνει ότι και σήμερα, για
παράδειγμα, πάνω από ένα χρόνο από την επιστράτευση τους, οι εργαζόμενοι στο
Μετρό δεν μπορούν να ασκήσουν το απεργιακό τους δικαίωμα, για οποιοδήποτε
μάλιστα θέμα!
Η συγκεκριμένη πολιτική επιλογή (την οποία είχε καταδικάσει
ως αυταρχική ο ίδιος ο πρωθυπουργός, όταν ήταν το ΠΑΣΟΚ που επιστράτευε
απεργούς) έχει σαφή σκόπευση: να υποτάξει κάθε αντίσταση της κοινωνίας, να
επιβεβαιώσει στην πράξη τη ρητορική του νεοφιλελεύθερου μονόδρομου. Για αυτό το
λόγο έχει σημασία η οργάνωση της αντεπίθεσης της κοινωνίας και γι’αυτό
αναφέρθηκα πρόσφατα στο δικαίωμα πολιτικής ανυπακοής, σε σχέση με την επιστράτευση
των απεργών της ΔΕΗ.
Προφανώς, η αναφορά μου ήταν επί της αρχής. Δεν είχα σκοπό
να καλέσω αφ’υψηλού –όπως γράφτηκε- τους απεργούς να σκίσουν τα δελτία
επιστράτευσης. Όταν η πλειονότητα των εργαζομένων είναι διατεθειμένη να φτάσει
μία δίκαιη σύγκρουση στα άκρα, η ιστορία δείχνει ότι η εξουσία θα νικηθεί. Κανένας όμως δεν έχει το δικαίωμα, έξω από το
χορό, να υποδείξει στους απεργούς τι θα κάνουν. Αποτελεί ηθική και πολιτική
υποχρέωση κάθε εργαζομένου, και κυρίως του εργατικού σωματείου, να εκτιμήσει
την κατάσταση και να υιοθετήσει κάθε φορά την πιο αποτελεσματική στρατηγική.
Η αριστερά, από την πλευρά της, έχει τον δικό της αυτόνομο πολιτικό
ρόλο: να δείχνει την ουσία των πολιτικών συγκρούσεων, να διαπαιδαγωγεί στον
δρόμο του αγώνα, να οργανώνει την αντίσταση της κοινωνίας. Η ανάπτυξη, άλλωστε,
ενός μαζικού, ριζοσπαστικού και δυναμικού κινήματος αποτελεί απολύτως αναγκαίο
όρο για την επιτυχία της μελλοντικής κυβέρνησης της αριστεράς. Ρήξεις μόνο από
τα υπουργικά γραφεία δεν φέρνουν αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου