Τετάρτη 24 Ιουλίου 2013

Γιώργου Κατρούγκαλου, Δημόσια και ιδιωτικά θύματα των μνημονιακών πολιτικών

Ο νόμος που ψηφίσθηκε πρόσφατα από τη βουλή ολοκλήρωσε μία ακόμη στροφή στη σπείρα αργού θανάτου στην οποία έχει καταδικάσει τη χώρα η πολιτική των μνημονίων. Με αυτόν η Κυβέρνηση κατέβηκε ένα ακόμη σκαλοπάτι προς τον πλήρη, πλέον, ευτελισμό του Συντάγματος. Ποτέ άλλοτε η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής δεν είχε διαπιστώσει τόσες πολλές αντισυνταγματικότητες σε ένα νομοσχέδιο. Από την παραβίαση της αρχής της ισότητας στα δημόσια βάρη, με την κατάργηση του αφορολόγητου και την επιβολή φόρου στους ανέργους και όσους βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας, έως την ουσιαστική κατάργηση του αυτοδιοίκητου των Δήμων, με τις διατάξεις του Παρατηρητηρίου και την διάλυση της Δημοτικής Αστυνομίας. Τόσο προφανείς και πρόδηλες ήταν οι παραβιάσεις αυτές του Συντάγματος, ώστε μέχρι και ο Εισηγητής της πλειοψηφίας να παραδεχθεί την «οριακή συνταγματικότητα» τους. Και όμως, ακόμη και οι βουλευτές της συμπολίτευσης που ανέδειξαν στις τοποθετήσεις τους τις αντισυνταγματικότητες αυτές, στο τέλος υπερψήφισαν το νομοσχέδιο! Ωστόσο ξέρουμε, από την εποχή του Σαιν Ζυστ, ότι ένα Σύνταγμα που δεν εφαρμόζεται, είναι τίποτα. Και χωρίς Σύνταγμα δεν υπάρχει Δημοκρατία.
Οι διατάξεις του νομοσχεδίου  ήταν αποκαλυπτικές και ως προς όσους είχαν ακόμη αμφιβολίες για το το ποιους εννοούσε ο Πρωθυπουργός όταν μίλαγε για την έφοδο κατά των «κάστρων των βολεμένων». Για τους σχολικούς φύλακες επρόκειτο, και έπονται οι καθαρίστριες των σχολείων… Για μία ακόμη φορά οι νομοθετικές επεμβάσεις στο Δημόσιο κινήθηκαν μεταξύ της αντιμεταρρύθμισης και της κοροϊδίας. Αντιμεταρρύθμιση διότι όχι μόνον δεν υπήρξε η παραμικρή προσπάθεια για εξορθολογισμό των δομών του, αλλά, αντιθέτως, καταργήθηκαν ολόκληρες υπηρεσίες με προφανή κοινωνική χρησιμότητα. Και κοροϊδία, γιατί όχι μόνον δημοσιονομικό όφελος δεν προκύπτει από αυτές, αλλά σημαντική οικονομική επιβάρυνση. Δίπλα στα 120 εκατομμύρια Ευρώ που θα στοιχίσει στο Δημόσιο το μαύρο στην ΕΡΤ, από τις αποζημιώσεις των υπαλλήλων του, θα πρέπει να προστεθεί και το απροσδιόριστο κόστος από τις απώλειες των εσόδων που προέκυπτε από τις βεβαιώσεις των κάθε είδους παραβιάσεων από την Δημοτική Αστυνομία, το πιο ανταποδοτικό τμήμα των δημοτικών υπηρεσιών.
Και όμως, φαίνεται ότι ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας δεν βλέπει στην επίθεση αυτή ακόμη μια υποβάθμιση της δικής της ζωής και της καθημερινότητας της. Ακόμη και αν αγνοήσει κανείς τις σχετικές δημοσκοπήσεις, μια ματιά στα σχόλια των ιστολογίων φτάνει για να διαπιστώσει την έκταση του κοινωνικού αυτοματισμού, σε διάφορες εκδοχές. Από τον επιστημονικοφανή αστικό μύθο περί του υπέρογκου μεγέθους του ελληνικού δημοσίου που πνίγει τον ιδιωτικό τομέα, ως την απλή ευχή να ψοφήσει και η κατσίκα του δημόσιου υπάλληλου, αφού αυτή του ανέργου έχει παραδώσει το πνεύμα προ πολλού.
Αυτή είναι η σημαντικότερη ιδεολογική επιτυχία των μνημονιακών πολιτικών. Ενόψει  της αδυναμίας τους να εξασφαλίσουν ουσιαστική νομιμοποίηση, οι εφαρμοστές τους επιδιώκουν να πετύχουν τουλάχιστον μια ντε φάκτο ανοχή, ξεσκίζοντας την κοινωνία και στρέφοντας το ένα τμήμα της απέναντι στο άλλο. Εντούτοις, η νεοφιλελεύθερη συνταγή των μνημονίων έχει ενιαία λογική και στόχευση: η μεταβίβαση πόρων από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα, μέσω των ιδιωτικοποιήσεων και της συρρίκνωσης των δημόσιων, πάνω από όλα των κοινωνικών υπηρεσιών, συμπληρώνεται από την πλήρη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, τη διάλυση των κοινωνικών δικαιωμάτων και την ουσιαστική κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα.
Ο άνεργος που χαίρεται όταν απολύεται ένας δημόσιος υπάλληλος, μοιάζει με τη γάτα του Αισώπου που έγλειφε τη λίμα και ευχαριστιόταν πίνοντας το αίμα της, χωρίς να καταλαβαίνει ότι σε λίγο δεν θα είχε γλώσσα. Έτσι και αυτός δεν καταλαβαίνει ότι όσο το δημόσιο αποψιλώνεται, δεν θα βρίσκει αύριο παιδικό σταθμό για το παιδί του, το σχολείο στο οποίο θα πάει θα είναι λιγότερο καλό ή, όταν χρειαστεί να μπει στο νοσοκομείο είτε θα το βρει κλειστό είτε θα χρειαστεί να το χρυσοπληρώσει.
Προφανώς, το αντικειμενικό υπόβαθρο αυτής της ιδεολογικής παγίδας αποτελεί η κακή κατάσταση του ελληνικού δημοσίου, αποτέλεσμα των πελατειακών λογικών και της κακοδιαχείρισης των ίδιων των κομμάτων του δικομματισμού, που επαγγέλλονται σήμερα, τάχα, την κάθαρσή του. Κανείς δεν πιστεύει στα σοβαρά ότι ΠΑΣΟΚ και ΝΔ μπορούν να μεταρρυθμίσουν το δημόσιο. Έτσι, όμως, αναδεικνύεται η ανάγκη η Αριστερά να καταρτίσει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα δημοκρατικής και ριζοσπαστικής μεταρρύθμισης. Η αξιολόγηση, όχι ως φερετζές για απολύσεις, αλλά ως μέσο αξιοκρατίας και ελέγχου από την κοινωνία των δημόσιων υπηρεσιών ,είναι ένα από τα βασικά εργαλεία για κάτι τέτοιο, που ακόμη δεν έχουμε και πρέπει να κατασκευάσουμε.

Δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία 23/7/2013


Γιώργου Κατρούγκαλου, Με εγκύκλιο καταργούν το νόμο για την ιδιωτική εκπαίδευση


Μέχρι στιγμής γνωρίζαμε ότι ο συνήθης τρόπος νομοθέτησης για την κυβέρνηση είναι οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου. Ο Υπουργός Παιδείας κ. Αρβανιτόπουλος έκανε ένα ακόμη βήμα «μπροστά»:  Την Παρασκευή ανακοίνωσε με εγκύκλιο του την κατάργηση των διατάξεων του νόμου 682/1977, που ρυθμίζει τον έλεγχο του κράτους επί των ιδιωτικών σχολείων και τις εργασιακές σχέσεις των ιδιωτικών εκπαιδευτικών. Η εγκύκλιος υποτίθεται ότι εφαρμόζει και ερμηνεύει την διαβόητη  ΠΥΣ 6/2012 και ορίζει ότι οι απολύσεις των ιδιωτικών εκπαιδευτικών απελευθερώνονται πλήρως. Στο εξής, εάν η εγκύκλιος αυτή εφαρμοστεί, οποιοσδήποτε εκπαιδευτικός θα μπορεί να απολύεται χωρίς αιτία, οποτεδήποτε, ακόμη και στο μέσο της σχολικής χρονιάς, χωρίς γνώμη και έλεγχο, όπως γινόταν μέχρι σήμερα, από τα αρμόδια υπηρεσιακά συμβούλια του Υπουργείου Παιδείας.
Κάτι τέτοιο είναι απολύτως αντισυνταγματικό. Το Σύνταγμα μας, στο άρθρο 16 παρ. 8, επιτρέπει την ίδρυση ιδιωτικών σχολείων,  παραπέμπει όμως τη ρύθμιση τους στο νόμο. Ο νόμος αυτός είναι ο 682/1977. Όπως προκύπτει από τα πρακτικά της Βουλής κατά τη συζήτηση επί του νομοσχεδίου, ο τότε Υπουργός Παιδείας και μετέπειτα πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης ρητά τόνισε ότι πρόθεση της κυβερνήσεως του ήταν με τον εν λόγω νόμο να γίνει «περισσότερο έντονη» η κρατική εποπτεία, ο δε εισηγητής της μειοψηφίας, καθηγητής Δ. Τσάτσος έθεσε, με επιστημονική εγκυρότητα τη συνταγματική υποχρέωση της πολιτείας να επιβάλλει πλαίσιο δεσμεύσεων στο διευθυντικό δικαίωμα του ιδιοκτήτη των ιδιωτικών σχολείων.
Οι ειδικές ρυθμίσεις για τις σχέσεις εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών και το καθεστώς εποπτείας των Υπηρεσιακών Συμβουλίων αποτελούν, συνεπώς, συνταγματικά επιβαλλόμενη αρμοδιότητα, δυνάμει του άρθρου 16 του Συντάγματος και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να τεθούν εκποδών από τον κοινό νομοθέτη, πολύ περισσότερο από μια απλή εγκύκλιο. Και ο πρωτοετής της νομικής ξέρει ότι με εγκύκλιο ερμηνεύονται κανόνες δικαίου, δεν τίθενται νέοι.
Το ότι τα ιδιωτικά σχολεία δεν αποτελούν απλώς επιχειρήσεις για τον πλουτισμό των σχολαρχών το καταλαβαίνει ο καθένας. Για το λόγο αυτό δεν μπορούν να διευθύνονται όπως οι υπόλοιπες ιδιωτικές επιχειρήσεις. Ιδίως οι εργαζόμενοι σε αυτά ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί δεν μπορούν να «ανακυκλώνονται», απολυόμενοι κατά τη βούληση του ιδιοκτήτη, όχι για το δικό τους το συμφέρον, αλλά γιατί κάτι τέτοιο θα ανέτρεπε την αναγκαία συνέχεια του εκπαιδευτικού έργου.
Το αυτονόητο αυτό το δέχονται παγίως και τα δικαστήρια: Για παράδειγμα, η απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών 1871/2006 νομολόγησε τα εξής: «η ευχέρεια ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων (…) δεν παρέχει το δικαίωμα στους ιδιοκτήτες τους για αναιτιολόγητη και χωρίς περιορισμούς καταγγελία των συμβάσεων εργασίας των λειτουργών που υπηρετούν στα εκπαιδευτήρια αυτά, εφόσον, η παροχή στους εκπαιδευτικούς σταθερού καθεστώτος απασχόλησης συνάπτεται άμεσα με την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου που παρέχουν, προς ωφέλεια τόσο της μαθητικής κοινότητας, όσο και του κοινωνικού συνόλου, γενικότερα.» Ανάλογα έχει κρίνει και ο Άρειος Πάγος (πρβλ. ΑΠ 864/76), κατά τον οποίο για την πραγμάτωση των συνταγματικά κατοχυρωμένων σκοπών της παιδείας απαιτείται η εξασφάλιση της μη συχνής εναλλαγής του διδακτικού προσωπικού και η αποφυγή αναιτιολογήτων απολύσεων.
Στο πλαίσιο των συνταγματικών αυτών επιταγών, κατά την πάγια νομολογία των αρμόδιων διοικητικών δικαστηρίων, το αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο του Υπουργείου Παιδείας ασκεί έλεγχο νομιμότητας επί των απολύσεων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών και  έχει αρμοδιότητα να αρνηθεί την έγκριση της απόλυσης αν διαπιστώσει αιτιολογημένα ότι η καταγγελία έγινε παράνομα ή καταχρηστικά. (Βλ., αντί πολλών άλλων, ΣτΕ 245/98). Άλλωστε, όπως έχει κρίνει και η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (βλ. ΣτΕ 1357/99) για να μην θεωρηθεί καταχρηστική η άσκηση του ως άνω δικαιώματος του ιδιοκτήτη, η απόλυση θα πρέπει να στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο σε λόγους σχετικούς με την ικανότητα και την κατάρτιση του ιδιωτικού εκπαιδευτικού, την ποιότητα του διδακτικού του έργου, την όλη συμπεριφορά του καθώς και την ορθολογική οργάνωση και λειτουργία του σχολείου.

Όσο και να θέλουν τα αντίθετα οι σχολάρχες (μεταξύ τους και ο αδελφός του Πρωθυπουργού, για λογαριασμό του Αμερικανικού Κολλεγίου) και η Τρόικα, στην Ελλάδα υπάρχουν ακόμη νόμοι και Σύνταγμα. Η προσπάθεια αυτή διάλυσης της ιδιωτικής εκπαίδευσης και η παράδοση της ως μικρομάγαζου στους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων θα μείνει στο κενό. Αποτελεί, όμως, ακόμη μια απόδειξη πόσο επικίνδυνη είναι η παρούσα κυβέρνηση και πόσο αναγκαίο είναι να ανατραπεί.

Δημοσιεύτηκε στο Παρόν 14/7/2013

Πέμπτη 11 Ιουλίου 2013

Γιώργου Κατρούγκαλου, Η μεταρρύθμιση ως απάτη


Σαν να μην έφτανε η επιχείρηση ΕΡΤ, η Κυβέρνηση, δια του στόματος του πρωθυπουργού, ξεκαθάρισε ακόμη μία φορά τι σημαίνει για αυτήν μεταρρύθμιση: «Σπάσιμο αυγών» και ρεσάλτο «στα κάστρα των βολεμένων». Οι «βολεμένοι» αυτή τη φορά είναι οι σχολικοί φύλακες και οι υπάλληλοι της δημοτικής αστυνομίας, που άμεσα θα ενταχθούν στην ψευδώνυμη κινητικότητα. Μπαίνουν και αυτοί στη σειρά των θυμάτων που έχουν ήδη χάσει τη δουλειά τους στο δημόσιο, πίσω από τα «μπλοκάκια», τους αναπληρωτές και τους ωρομίσθιους εκπαιδευτικούς. Αντίθετα με ένα διαδεδομένο μύθο, κατά τον οποίο κανείς δεν έχει απολυθεί από το δημόσιο, η μέχρι σήμερα μείωση κατά 140.000 των θέσεων εργασίας σε αυτό δεν προέκυψε μόνον από τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, αλλά και από το σφαγιασμό όσων υπηρετούσαν με συμβάσεις έργου ή ορισμένου χρόνου, με άλλα λόγια των πιο κακοπληρωμένων και των πιο ευάλωτων.
Οδήγησε η σφαγή αυτή των κάθε άλλο παρά βολεμένων στο μάζεμα και στον εξορθολογισμό του κράτους; Φυσικά και όχι. Τι είδαμε μέχρι σήμερα; Οριζόντιες περικοπές με εντελώς αυθαίρετο και αναξιοκρατικό τρόπο σε όλες τις υπηρεσίες, ανεξαρτήτως εάν αυτές παρουσιάζουν λειτουργικά και οργανικά κενά ή πλεονάζον προσωπικό. (Για το λόγο αυτό, όπως ήδη διέρρευσε, η πρώτη εφεδρεία που κρίθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας αντισυνταγματική.) Η κινητικότητα υποτίθεται ότι θα ήταν διαφορετική. Θα γινόταν, τάχα, μετά από αξιολόγηση των δομών, των υπηρεσιών και των υπαλλήλων, ούτως ώστε μόνο οι υπεράριθμοι να μετακινηθούν και χωρίς να απολυθεί κανείς, κατά τη δέσμευση του πρώην αρμόδιου υπουργού Α. Μανιτάκη.
Και τι μάθαμε το Σαββατοκύριακο,   μετά το τέλος των κατ’όνομα διαπραγματεύσεων με την τρόικα; Ότι μόνον 50-60 υπεράριθμοι υπάλληλοι του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης από τους 25.000 που θα τεθούν σε διαθεσιμότητα έχουν πράγματι αξιολογηθεί, σύμφωνα με τα παραπάνω. (Και για αυτούς διατηρώ τις αμφιβολίες μου…) Οι υπόλοιποι αποτελούν το σύνολο των υπηρετούντων σε υπηρεσίες που κανείς μέχρι τώρα δεν αμφισβητούσε τη χρησιμότητα τους, όπως οι δημοτικοί αστυνομικοί ή οι σχολικοί φύλακες.
Απίθανα πράγματα γράφτηκαν ή ειπώθηκαν από τα γνωστά χαλκεία, όπως για παράδειγμα ότι έτσι θα ελαφρύνει ο προϋπολογισμός των δήμων. Λες και μεγάλο μέρος των εσόδων των ΟΤΑ δεν προέρχονται από τις βεβαιώσεις παραβάσεων που έλεγχαν οι υπάλληλοι που θα απολυθούν! (Το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει κρίνει ότι ακόμη και οι κλήσεις για τις τροχαίες παραβάσεις δεν μπορούν να βεβαιώνονται παρά αποκλειστικά από μέλη της Δημοτικής Αστυνομίας και όχι από ιδιωτικές εταιρίες, βάσει συμβάσεων).  Όχι απλώς δεν θα προκύψει δημοσιονομικό όφελος, λοιπόν, αλλά μεγάλη επιβάρυνση για τους Δήμους και τον κρατικό προϋπολογισμό που θα κληθεί να καλύψει τα κενά που θα δημιουργηθούν.
Οι τελευταίοι χειρισμοί αποκάλυψαν πλήρως την απάτη των κυβερνώντων. Αν η κινητικότητα είχε στόχο να μετακινηθεί πλεονάζον προσωπικό σε υποστελεχωμένες υπηρεσίες γιατί να τιμωρείται το προσωπικό αυτό με τη θέση του σε διαθεσιμότητα και την περικοπή κατά τα τρία τέταρτα των αποδοχών του; Γιατί να εξαιρεθούν από  αυτήν οι 5.000 καθηγητές που μετατάσσονται στην πρωτοβάθμια από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση; Η απάντηση είναι απλή: η κινητικότητα, η διαθεσιμότητα και όλες οι σχετικοί νεολογισμοί του κυβερνητικού doublespeech δεν αποτελούν παρά ψευδώνυμα της απόλυσης. Ήδη μάθαμε ότι η κυβέρνηση συμφώνησε με τους δανειστές ότι 11.000 από τους 25.000 θα χάσουν τη δουλειά τους.
Από πού προέκυψε αυτός ο αριθμός, εφόσον οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν ακόμη αξιολογηθεί, ούτε γνωρίζουμε πού θα αξιοποιηθούν οι υπόλοιποι 14.000, ούτε το ποια κενά υπάρχουν στο δημόσιο; Μα, γιατί έτσι ζήτησε η Τρόικα. Ας λέει, λοιπόν, ο κ. Μητσοτάκης ότι θα ήταν, δήθεν, υπουργός της αξιολόγησης και όχι των απολύσεων.  Λίγες ώρες κράτησε η αυταρέσκεια του.  Φιάσκα τέτοιου είδους είναι αναπόφευκτα: Η πελατειακή λογική που έχουν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ στο DNA τους, σε συνδυασμό με την αβυσσαλέα διαχειριστική ανικανότητα των στελεχών τους, δεν τους επιτρέπει, όσο και να θέλουν, να ανταποκριθούν πλήρως στις νέο-φιλελεύθερες εμμονές της τρόικας. (Το Σύνταγμα το έχουν προ πολλού ξεχάσει). Με «λύσεις» άρπα κόλλα της τελευταίας στιγμής και «πολιτικές συμφωνίες» θα  εξευτελίζουν τον εαυτό τους και τη χώρα. Έτσι πορεύτηκαν και έτσι θα συνεχίζουν να πορεύονται, όσο τους αφήνουμε εμείς να καταστρέφουν τον τόπο.

Δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία την 2/7/2013

Γιώργου Κατρούγκαλου Για την υπόθεση Σακκά

Το Σύνταγμα μας ορίζει ρητά ότι το ανώτατο όριο διάρκειας της προφυλάκισης δεν μπορεί να υπερβεί το ένα έτος, ενώ μόνον σε «εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις» το όριο αυτό μπορεί να παραταθεί, προκειμένου για κακουργήματα, για έξι ακόμη μήνες. Μάλιστα, ενόψει της συνειδητής καταστρατήγησης της συνταγματικής επιταγής μέσω της «σαλαμοποίησης» μίας και μόνο υπόθεσης σε πολλές επιμέρους πράξεις, ούτως ώστε να επιβάλλονται αυτοτελείς προφυλακίσεις για κάθε μία από αυτές και να πολλαπλασιάζεται το δεκαοκτάμηνο, ρητά προστέθηκε με την αναθεώρηση του 2001 η εξής πρόβλεψη στην παράγραφο 4 του άρθρου 6 του Συντάγματος:
«Απαγορεύεται η υπέρβαση των ανώτατων ορίων της προφυλάκισης με τη διαδοχική επιβολή του μέτρου αυτού για επί μέρους πράξεις της ίδιας υπόθεσης.»
Στην περίπτωση του Κωνσταντίνου Σακκά, δύο μήνες πριν από τη συμπλήρωση του 18μηνου, ασκήθηκε νέα ποινική δίωξη για συναφή υπόθεση, με προφανή σκοπό την περιγραφή της παραπάνω διάταξης. Ο ανώτατος χρόνος της δεύτερης προφυλάκισής του (12 μήνες) έχει ήδη συμπληρωθεί, ενώ η πρώτη του δίκη δεν έχει ολοκληρωθεί και η δεύτερη δεν έχει καν αρχίσει.
Ένας άνθρωπος, λοιπόν, παραμένει 2,5 χρόνια φυλακισμένος χωρίς να έχει καταδικαστεί, κατά παράβαση του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Κανένα δίκαιο της ανάγκης δεν μπορεί να θεραπεύσει την βαρύτατη αυτή προσβολή στο κράτος δικαίου.


Δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία την 6/7/2013

Αναζήτηση στο ιστολόγιο