Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

Γιώργου Κατρούγκαλου, Φύση και πολιτική δεν ανέχονται το κενό


Η ιστορία, δυστυχώς, επαναλαμβάνεται και ως τραγωδία και ως φάρσα. Το κομματικό σύστημα καταρρέει σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που είχε καταρρεύσει και ο παλαιοκομματισμός μετά την πτώχευση της χώρας του 1893. Ο Σουρής γράφοντας στο Ρωμιό περιέγραφε πώς αντιμετώπιζε τότε ο λαός τους πολιτικούς:
«(Με) εμπτυσμούς, ραπίσματα, κολάφους,
και μούντζες αναρίθμητες από προγόνων τάφους»
Όπως και τότε, έτσι και σήμερα οι πάνω δεν μπορούν και οι κάτω δεν θέλουν  πια να κυβερνούνται όπως πρώτα. Οι αιτίες της κατάρρευσης είναι κοινές και στις δύο ιστορικές περιόδους: Αφενός δεν είναι πια δυνατή η συντήρηση του συστήματος μέσω του εκμαυλισμού των πελατειακών πολιτικών, ελλείψει πόρων. Από την άλλη μεριά, η «άψογος στάσις» έναντι των διεθνών δανειστών (όπως έχει μείνει στην ιστορία η ενδοτική πολιτική του τότε πρωθυπουργού Γεωργίου Θεοτόκη) είναι προφανές πλέον ότι δεν συνιστά απλώς πράξη υποτέλειας και εθελοδουλείας αλλά και αδιέξοδη πολιτικά και οικονομικά επιλογή.
Το φάρμακο τους είναι χειρότερο από την αρρώστια. Ο βιασμός του κοινωνικού κράτους δεν συνιστά μόνον ασέλγεια επί του Συντάγματος, αλλά οδηγεί αναπόφευκτα στην άτακτη χρεοκοπία της χώρας. Και τούτο γιατί συνεπάγεται, μοιραία, τη συρρίκνωση της πραγματικής οικονομίας και την νέα υπερχρέωση της χώρας, όχι για να βρεθούν πόροι για την ανάπτυξη, αλλά για να πληρωθούν οι δανειστές, με όσα δανεικά μας δίνουν οι ίδιοι και με τη λεηλασία της δημόσιας περιουσίας και των υποδομών της χώρας.
Δεν υπάρχει, όμως, τρόπος να κατασκευαστεί συναίνεση πια με τα παλαιά υλικά. Τα φαινόμενα αυθόρμητης αντίδρασης και ανομίας αποτελούν τον επιθανάτιο ρόγχο του κομματικού συστήματος. Ήρθε  η ώρα η οργή να μπορέσει να μετασχηματιστεί σε ρεαλιστική πολιτική εναλλακτική λύση. Ίσως ο χρόνος να μην επαρκεί μέχρι τις εκλογές του Απρίλη ώστε από τα κάτω να διαμορφωθεί η λύση αυτή. Το κενό όμως δεν το ανέχεται ούτε η φύση ούτε η πολιτική.  Όπως και το 1909 με το Κίνημα στο Γουδί, έτσι και σήμερα οι καιροί απαιτούν και ο λαός θα επιβάλει νέο πολιτικό σύστημα και νέο Σύνταγμα.
Όπως έγραφε και ο Μπρεχτ, σε ανάλογες μέρες του ’30, έφτασε η ώρα να πούμε όλοι μαζί στο παλαιοκομματικό κατεστημένο:
«Η ανεργία, πληγή και παιδεμός του τόπου, θα λείψει μοναχά τη μέρα που θα μπείτε εσείς στην ανεργία!»

Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα Εθνος της 18/2/2012. 

Γιώργου Κατρούγκαλου, Υπάρχει εναλλακτική λύση;


Οι αλλοδαποί που δανείζουν χρήματα σε κάποιο κράτος δεν μπορούν να μην περιμένουν ότι θα επηρεαστούν αρνητικά από τυχόν δυσπραγία του κράτους αυτού. (…) Δεν μπορούν, για παράδειγμα, να περιμένουν από το Κράτος να κλείσει τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και τα δικαστήρια, να διαλύσει την αστυνομία, να παραμελήσει τις δημόσιες υπηρεσίες και  να εκθέσει το λαό του σε συνθήκες χάους και αναρχίας μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει τους δανειστές του, αλλοδαπούς ή ημεδαπούς»
Δήλωση στην προπαρασκευαστική Επιτροπή της Συνθήκης της Χάγης για την Κωδικοποίηση του Διεθνούς Δικαίου (1930)[1]


Η Μάργκαρετ Θάτσερ είχε κερδίσει το προσωνύμιο ΤΙΝΑ, από τα αρχικά της αγγλικής φράσης «There Is No Alternative», δηλαδή «Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση». Είναι προφανές γιατί. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, επειδή υποβαθμίζουν το επίπεδο ευημερίας των εργαζομένων και διαλύουν τα πάσης φύσεως κοινωνικά  δικαιώματα,  είναι από τη φύση τους τόσο αποκρουστικές, που δεν  μπορεί να επιλεγούν παρά μόνον ως η αναπόφευκτη οδός αποφυγής μιας ανείπωτης καταστροφής, η οποία ουδέποτε βεβαίως περιγράφεται με ακρίβεια. Την ίδια τακτική ακολουθούν και στη χώρα μας οι τελευταίοι Μοϊκανοί των μνημονιακών πολιτικών. Τώρα πια που οι εφεδρείες του καταρρέοντος πολιτικού συστήματος έχουν πια «καεί» (δείτε την δημοσκοπική καταβαράθρωση της αποδοχής της πολιτικής της Κυβέρνησης Παπαδήμου) ακούμε συνεχώς για την «κατάρα» και την «κόλαση» που μας περιμένει, αν επιλέξουμε τη στάση πληρωμών, αντί για τη συνέχιση της υπερχρέωσης της χώρας.
Η αλήθεια είναι ότι καταστροφή αποτελεί η συνέχιση της ίδιας αποτυχημένης συνταγής. Το φάρμακο είναι πιο θανατηφόρο από την αρρώστια. Και αυτό γιατί οι πολιτικές του μνημονίου δεν είναι μόνο άδικες και αντικοινωνικές, αλλά και βαθύτατα αναποτελεσματικές. Θα οδηγήσουν, τελικά, σε άτακτη χρεοκοπία, στην οποία θα οδηγηθούμε άκοντες, χωρίς να την έχουμε εμείς οι ίδιοι επιλέξει,  με την οικονομία διαλυμένη και κατεδαφισμένο το κοινωνικό κράτος.
Άλλωστε, οι πολιτικές της τρόικας δεν δοκιμάζονται εδώ για πρώτη φορά. Ισχυρίζονται οι απολογητές της εθελοδουλείας ότι το μνημόνιο απέτυχε γιατί δεν εκτελέστηκε πλήρως, γιατί τάχα δεν εφαρμόστηκαν οι περίφημες διαρθρωτικές αλλαγές. Τις ξέρουμε αυτές τις αλλαγές της διαβόητης «συναίνεσης της Ουάσιγκτον». Συνοψίζονται στο εξής τρίπτυχο:
·         Μεγιστοποίηση της κερδοφορίας μέσω της συμπίεσης του μισθολογικού κόστους και της αποδιάρθρωσης της εργατικής νομοθεσίας, υπό το ψευδώνυμο της «απελευθέρωσης»
·         Μαζική μεταφορά πόρων από το δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα (ιδιωτικοποιήσεις)
·         Μονεταριστική πολιτική με έμφαση στη δραματική μείωση των δημοσίων δαπανών, ιδίως των κοινωνικών.
Οι πολιτικές αυτές επιβλήθηκαν για μια διετία στην Αργεντινή και την οδήγησαν στην κατάρρευση. Την αποτυχία παραδέχεται το ίδιο το ΔΝΤ[2].
Ξέρουμε ήδη από δηλώσεις υπουργών που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα που είναι σήμερα κυβερνητικότερη και από την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ότι (αντιγράφω επί λέξει από άρθρο με τον εύγλωττο τίτλο «Ηµασταν σαν τις πόρνες µετά την πρώτη τους φορά»: «δεν είχε γίνει η παραµικρή προετοιµασία και απλώς την τελευταία στιγµή αποµονώνονταν τµήµατα από παλαιότερα µνηµόνια του ∆ΝΤ µε την Τουρκία, το Μεξικό ή την Ουγγαρία και προσαρµόζονταν βιαστικά για να συνθέσουν το ελληνικό µνηµόνιο». Επρόκειτο για «μνημόνιο Φρανκεστάιν»[3].
Συνεπώς, στην πραγματικότητα το δίλημμα δεν είναι ταπείνωση ή χρεοκοπία, όπως προσπαθούν να μας πείσουν, αλλά είτε ταπείνωση και άτακτη χρεοκοπία είτε στάση πληρωμών, με κυριαρχική μονομερή πράξη του κράτους μας που θα γίνει με τους όρους που θα συμφέρουν εμάς και όχι τους δανειστές μας[4].  Το εξωτερικό δημόσιο χρέος συνάπτεται με διεθνείς συμβάσεις. Αυτές από συνταγματικής πλευράς μπορούν να καταγγελθούν οποτεδήποτε μονομερώς, στο πλαίσιο άσκησης κρατικής κυριαρχίας, όπως όλες οι συμβάσεις. Όχι απλώς είναι νόμιμη παρόμοια καταγγελίας από πλευράς διεθνούς δικαίου, αλλά  επιβάλλεται μάλιστα ως συνταγματική υποχρέωση του κράτους, όταν υφίσταται κατάσταση ανάγκης που δεν επιτρέπει ταυτόχρονη ικανοποίηση των δανειστών και την εκπλήρωση των βασικών κοινωνικών λειτουργιών της πολιτείας: υγεία, παιδεία, ασφάλεια, κοινωνική ειρήνη.
Η στάση πληρωμών και γενικότερα η κατάσταση ανάγκης ως λόγος υπαναχώρησης από διεθνείς υποχρεώσεις, αναγνωρίζονται τόσο από την  Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου των ΗΕ όσο και από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η πρώτη έχει καταρτίσει σχέδιο σύμβασης για την Ευθύνη των Κρατών από Παράνομες Πράξεις, που έγινε δεκτό από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 12 Δεκεμβρίου του 2001, χωρίς όμως ακόμη να έχει λάβει τη μορφή διεθνούς σύμβασης[5]. Σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 1 του σχεδίου, τα κράτη μπορούν να επικαλεστούν κατάσταση ανάγκης ως λόγο μη συμμόρφωσης σε διεθνή τους υποχρέωση, εφόσον αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλισθεί ένα ζωτικό τους συμφέρον έναντι άμεσου και επικείμενου κινδύνου. Παρόμοιος εθιμικός κανόνας φαίνεται ότι έχει ήδη αναγνωριστεί από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ICJ)[6].
Στην πραγματικότητα, πρόκειται μάλλον για γενική αρχή του δικαίου (salus populi suprema lex est), που διατρέχει όλους τους δικαιικούς κλάδους[7]. Όπως παρατηρούσε εύστοχα ο Ιωάννης Γιούπης ως εκπρόσωπος του Ελληνικού Κράτους στην υπόθεση Socobelge ενώπιον του Μόνιμου Διεθνούς Δικαστηρίου το 1938, όταν τα κράτη βαρύνονται με υποχρεώσεις έναντι των οφειλετών τους, τις οποίες δεν μπορούν να εκπληρώσουν παράλληλα με τις υποχρεώσεις τους έναντι του λαού τους, είναι υποχρεωμένα να ικανοποιήσουν κατά προτεραιότητα τις βασικές κοινωνικές ανάγκες, έστω και με βλάβη των πιστωτών[8].
Την αρχή αυτή επιβεβαίωσε πρόσφατα σε σχέση με το χρέος της Ρωσίας και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, κρίνοντας ότι αποτελεί προστατευόμενο από τη σύμβαση σκοπό δημοσίου συμφέροντος η επιλογή ενός κράτους να δώσει προτεραιότητα στην ικανοποίηση των βασικών κοινωνικών αναγκών έναντι αποκλειστικά οικονομικών απαιτήσεων των δανειστών τους[9].
 Η περίπτωση της επαναδιαπραγμάτευσης χρέους από την Αργεντινή εντάσσεται σε αυτό το νομικο-πολιτικό πλαίσιο. Με τον τρόπο αυτό διαγράφηκαν περισσότερο από τα δύο τρίτα του αργεντινού χρέους και αναστράφηκε η φοβερή δυστυχία που επέβαλαν στη χώρα αυτή οι πολιτικές του ΔΝΤ που τώρα εφαρμόζονται στη χώρα μας. Παρά την κριτική που ασκήθηκε εναντίον τους από τους δανειστές και τα κράτη φερέφωνα τους, οι εν λόγω πράξεις κρίθηκαν σύμφωνες με το διεθνές δίκαιο από εθνικά και διεθνή δικαστήρια. Για παράδειγμα, το Διεθνές Κέντρο για την Διευθέτηση Επενδυτικών Διαφορών (International Centre for Settlement of Investment DisputesICSID-) το οποίο αποτελεί διαιτητικό/δικαιοδοτικό όργανο της Παγκόσμιας Τράπεζας, του δίδυμου δηλαδή οργανισμού του ΔΝΤ, σε αποφάσεις του σχετικές με τη στάση πληρωμής της Δημοκρατίας της Αργεντινής δέχθηκε ότι υφίσταται γενικός εθιμικός κανόνας του διεθνούς δικαίου για την  κατάσταση ανάγκης, που μπορεί να αποτελέσει βάση για την μονομερή αποχώρηση από ανειλημμένες συμβατικές υποχρεώσεις[10].
Το ιταλικό ακυρωτικό έκρινε, επίσης,  ότι η εν λόγω πράξη αποτελούσε άσκηση κυριαρχικής αρμοδιότητας και ότι τα συμφέροντα της οργανωμένης από το κράτος κοινότητας έχουν απόλυτο προβάδισμα έναντι αντίθετων συμφερόντων, πράγμα που αποκλείει τον νομικό τους έλεγχο από αλλοδαπά δικαστήρια, ως κυριαρχική πράξη[11]. Και το γερμανικό ομοσπονδιακό συνταγματικό δικαστήριο θεώρησε ότι δεν υφίσταται υποχρέωση του γερμανικού κράτους για προστασία δικαιωμάτων πολιτών του  που πλήττονταν από την εν λόγω πράξη[12].
Όλα τα παραπάνω αποκρύπτονται από τον ελληνικό λαό. Ήρθε η στιγμή να τεθεί υπόψη του λαού με δημοψήφισμα εάν επιθυμεί η όχι τη νέα δανειακή σύμβαση και όσα αυτή συνεπάγεται. Βεβαίως, το πολιτικό σύστημα δεν θα συναινέσει εύκολα σε αυτό. Και αυτό γιατί όσοι υπερασπίζονται τις πολιτικές της εθελοδουλείας θέλουν ο λαός μας να μην αποφασίζει στη βάση επιχειρημάτων, αλλά σαν δούλος του φόβου των ανείπωτων και απροσδιόριστων καταστροφών-φόβητρο που του επισείουν. Όποιος όμως λεύτερα από το φόβο συλλογάται, συλλογάται ορθά…


(Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα Ποντίκι της 16-2-2012)



[1]  Στην εν λόγω δήλωση αναφέρεται η Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου του ΟΗΕ για να στοιχειοθετήσει την άποψη ότι αποτελεί εθιμικό διεθνές δίκαιο η επίκληση κατάστασης έκτακτης ανάγκης από ένα κράτος Addendum to the eighth report on State responsibility, in: Yearbook of the International Law Commission 1980, Vol. II, σ. 13 κ.ε, αρ. παρ. 25, ACDI ,σ. 148.
[2] Βλ. σχετικά IMF, Report on the Evaluation of the Role of the IMF in Argentina, 1991-2001. June 30, 2004.
[3] Παύλος Παπαδόπουλος «Ηµασταν σαν τις πόρνες µετά την πρώτη τους φορά» Το δραματικό παρασκήνιο των δύο ετών του μνημονίου,  Bήμα 16-10-2011
[4] Για το ότι η στάση πληρωμών αποτελεί μονομερή, κυριαρχική πράξη, απόρροια της εθνικής κυριαρχίας, βλέπε την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ιταλίας Borri v. Argentina,
[5] Responsibility of States for Internationally Wrongful Acts, Annex to the Resolution of the United Nations General Assembly A/RES/56/83.
[6] Judgment of the International Court of Justice of 25 September 1997, Gabcikovo-Nagymaros Project (Hungary/Slovakia), I.C.J. Reports 1997, σ. 7, παρα. 51. Βλ και τις αντίστοιχες θέσεις περί δημιουργίας σχετικού εθιμικού κανόνα της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου των ΗΕ σεAddendum to the eighth report on State responsibility, in: Yearbook of the International Law Commission 1980, Vol. II, σ. 13, Addendum to the eighth report on State responsibility, in: Yearbook of the International Law Commission 1980, Vol. II, σ. 13
[7] Κατά το Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο των ΗΕ “το πρώτο καθήκον (του κράτους) είναι απέναντι στον εαυτό του. Η επιβίωση του αποτελεί πρωταρχικό στόχο. Τα έσοδα του ορθά αφιερώνονται στον σκοπό αυτό”, French Company of Venezuelan Railroads Case, UNRIAA, Vol. X, p. 285 (353))
[8] Permanent Court of International Justice (PCIJ), Series C, no. 87 (1938-1939), 187 κ.ε., ιδίως σ. 205 κ.ε.. Πρβλ. και τη μειοψηφούσα άποψη της δικαστή Lübbe-Wolff στην απόφαση BVerfG 2 BvM 1-5/03.
[9] Malysh v. Russia, σκέψη 80.
[10] ICSID Case No. ARB/02/16 Sempra Energy v. Argentina (annulment) του 2010, ICSID LG&E Energy Corp., ICSID Case No. ARB/02/1 LG&E Capital Corp. and LG&E International Inc.1 v. Argentine Republic (Liability), ιδίως  παρα. 267. Αξιοσημείωτο είναι ότι σε προηγούμενη ανάλογη απόφαση του CMS Transmission Co. v. Argentine Republic (Case ARB/01/8) το Διαιτητικό Δικαστήριο είχε κρίνει διαφορετικά..
[11] Corte Suprema di Cassazione, Ordinanza της 27 Μαΐου 2005, R.G.N. 6532/04
[12] BVerfG, 2 BvR 120/03 της 4.5.2006. Πρβλ. BVerfG, 2 BvM 1-5/03 της 8.5.2007.

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2012

Δήλωση πέντε καθηγητών συνταγματικού δικαίου επί της αντισυνταγματικότητας του νέου μνημονίου


ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ
Των καθηγητών Συνταγματικού Δικαίου
Γιώργου Κασιμάτη, Ομότιμου Καθηγητή Πανεπιστημίου Αθηνών
Ανδρέα Δημητρόπουλου, Καθηγητή Πανεπιστημίου Αθηνών
Γιώργου Κατρούγκαλου, Καθηγητή Πανεπιστημίου Θράκης
Ηλία Νικολόπουλου , Καθηγητή Παντείου Πανεπιστημίου
Κώστα Χρυσόγονου, Καθηγητή Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης


Αισθανόμαστε την υποχρέωση να επισημάνουμε προς τη Βουλή και τον ελληνικό λαό ότι το κείμενο, το οποίο καλείται σήμερα να ψηφίσει η λαϊκή αντιπροσωπεία, παραβιάζει κατάφωρα θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος και του ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου για τους λόγους που ακολουθούν:

1.    Η παρούσα Βουλή εκλέχθηκε τον Οκτώβριο του 2009 κάτω από εντελώς διαφορετικές πολιτικές προϋποθέσεις και η λαϊκή εντολή προς αυτή, κατά την έννοια του άρθρου 41 του Συντάγματος, ήταν διαμετρικά αντίθετη από όσα προβλέπει τώρα το κατατεθειμένο κείμενο.  Λείπει, συνεπώς, η δημοκρατική νομιμοποίηση για την ψήφισή του.
2.    Το περιεχόμενο του κειμένου, που καλείται να ψηφίσει η Βουλή είναι προϊόν οικονομικού και πολιτικού εκβιασμού, εκ μέρους των εκπροσώπων των δανειστών, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου (άρθρο 52 της Διεθνούς Σύμβασης της Βιέννης του 1969).
3.    Το κείμενο που κατατέθηκε για ψήφιση δεν αποτελεί κατά το Σύνταγμα ούτε  σχέδιο νόμου, δεδομένου ότι δεν περιλαμβάνει διατάξεις νομοθετικού περιεχομένου ούτε σχέδιο νόμου κυρωτικού διεθνούς σύμβασης, δεδομένου ότι δεν περιέχει το υπογεγραμμένο κείμενο της διεθνούς σύμβασης. Πρόκειται για κείμενο προγράμματος, που επιχειρείται να δεσμεύσει ανεπίτρεπτα επί δεκαετίες το μέλλον της χώρας. Παρουσιαζόμενο, συνεπώς, ως δεσμευτικό κείμενο νόμου, παραβιάζει την αντιπροσωπευτική αρχή και την κατά το Σύνταγμα άσκηση της νομοθετικής λειτουργίας (άρθρο 26 Σ).
4.    Το κείμενο επιχειρείται να υπερψηφιστεί κατά παράβαση του άρθρου 29 του Συντάγματος, στο βαθμό που επιβάλλεται κομματική πειθαρχία χωρίς προηγούμενη εσωτερική ψηφοφορία και απόφαση συλλογικών κομματικών οργάνων.
5.    Η πρόβλεψη ότι οι νέες δανειακές συμβάσεις θα ισχύουν από την υπογραφή τους, χωρίς κύρωση από την Βουλή, παραβιάζει τα άρθρα 28 παρ. 2 και  36 παρ. 2 του Συντάγματος, καθώς και το διεθνές δίκαιο.
6.    Οι συνταγματικές και οι διεθνούς δικαίου εγγυήσεις σεβασμού και προστασίας της εθνικής κυριαρχίας προσβάλλονται επιπλέον:
(α) Με την επανάληψη –όπως και στη Σύμβαση Δανειακής Διευκόλυνσης της 10.5.2010- της  ρήτρας παραίτησης από τις ασυλίες της εθνικής κυριαρχίας, (β) με τον υπερδανεισμό της χώρας και την άμεση στέρηση της δυνατότητας ικανοποίησης των βασικών αναγκών του ελληνικού λαού και της αξιοπρεπούς διαβίωσης των ελλήνων πολιτών, (γ) με τη σώρευση «επαχθούς» δανεισμού και (δ) με την εφαρμογή του αγγλικού δικαίου και όχι του δημοσίου διεθνούς δικαίου που διέπει τις διεθνείς συμβάσεις των κρατών. Συνεπώς, το κείμενο που καλείται η Βουλή να ψηφίσει παραβιάζει στον πυρήνα τους τις συνταγματικές εγγυήσεις της εθνικής κυριαρχίας,  της λαϊκής κυριαρχίας και της δημοκρατικής αρχής (άρθρο 1 του Συντάγματος).
7.    Τα μέτρα που προβλέπει το προς ψήφιση κείμενο ότι θα επιβληθούν στον ελληνικό λαό παραβιάζουν τις αρχές της ισότητας των βαρών, του κοινωνικού κράτους δικαίου (άρθρα 4 παρ. 5 και  25 παρ. 1 του Συντάγματος) και τις εγγυήσεις των κοινωνικών δικαιωμάτων των Ελλήνων (άρθρα 22 και 23 του Συντάγματος). Παραβιάζουν επίσης θεμελιώδεις εγγυήσεις  της Συνθήκης της Λισαβόνας (του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων) και του διεθνούς δικαίου, καθώς και εγγυήσεις του διεθνούς εργατικού δικαίου.

Η ψήφιση του νομοσχεδίου συνιστά, συνεπώς, εκτροπή από τη συνταγματική, την ευρωπαϊκή και τη διεθνή νομιμότητα.






Γιώργου Κατρούγκαλου, Τα καταστροφικά αδιέξοδα του νέου μνημονίου


Οι ελάχιστοι εναπομείναντες απολογητές του νέου μνημονίου ισχυρίζονται ότι αποτελεί τη μόνη ελπίδα της χώρας απέναντι στην άτακτη χρεοκοπία. Η αλήθεια είναι ότι το φάρμακο τους είναι πιο θανατηφόρο από την αρρώστια. Τα νέα μέτρα συνεχίζουν τις ίδιες πολιτικές του πρώτου μνημονίου, που δεν είναι μόνο άδικες και αντικοινωνικές, αλλά και βαθύτατα αναποτελεσματικές. Θα οδηγήσουν, αναπόφευκτα, σε άτακτη χρεοκοπία, στην οποία θα οδηγηθούμε άκοντες, χωρίς να την έχουμε εμείς οι ίδιοι επιλέξει,  χωρίς προετοιμασία, με την οικονομία διαλυμένη και κατεδαφισμένο το κοινωνικό κράτος. Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι: το δημόσιο χρέος που ήταν στα 299 δις ευρώ το 2009, ή 129.3% του ΑΕΠ, αυξήθηκε στα  329 δις ευρώ το 2010, ή 144,9% του ΑΕΠ, ενώ το 2011, σύμφωνα με τα κυβερνητικά στοιχεία, έφτασε τα  368 δις υπερβαίνοντας το 169% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με την απόφαση της Συνόδου Κορυφής του Οκτωβρίου, υποτίθεται ότι η εφαρμογή των μέτρων, εάν υπάρχει ανάκαμψη της οικονομίας, θα οδηγούσαν το χρέος το 2020 στα επίπεδα του 2010. Ήδη όμως οι εκτιμήσεις της γερμανικής κυβέρνησης θεωρούν ότι το χρέος τότε θα φτάσει στο 160% του ΑΕΠ, ενώ αναλυτές περάνω πάσης αντιμνημονιακής υποψίας θεωρούν ότι μπορεί να ξεπεράσει το 200%[1]!
Από την άλλη μεριά, το νέο μνημόνιο καθιστά σαφές σε τι συνίστανται οι διαρθρωτικές αλλαγές που ευαγγελίζονται οι υποστηρικτές του, η μη εφαρμογή των οποίων υποτίθεται ότι οδήγησε στην καταστροφή που βιώνει η χώρα. Πρόκειται για τη γνωστή συνταγή της διαβόητης «συναίνεσης της Ουάσιγκτον», που συνοψίζεται στο εξής τρίπτυχο:
·       Μεγιστοποίηση της κερδοφορίας μέσω της συμπίεσης του μισθολογικού κόστους και της αποδιάρθρωσης της εργατικής νομοθεσίας, υπό το ψευδώνυμο της «απελευθέρωσης»
·       Μαζική μεταφορά πόρων από το δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα (ιδιωτικοποιήσεις)
·      Μονεταριστική πολιτική με έμφαση στη δραματική μείωση των δημοσίων δαπανών, ιδίως των κοινωνικών.
Συνεπώς, το PSI, δεν αποτελεί μια αναδιάρθρωση του χρέους που απλώς ήρθε πολύ αργά, και επειδή δεν καλύπτει το σύνολο του δεν επαρκεί για να καταστήσει το χρέος βιώσιμο. Αυτά, προφανώς ισχύουν. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι εντάσσεται σε μια στρατηγική πλήρους αποδιάρθρωσης του κοινωνικού κράτους και των εργασιακών σχέσεων, που θα θέσει τη χώρα μας οριστικά στο περιθώριο της νέας γερμανικής Ευρώπης. Η εμμονή της τρόικας να θεωρεί άμεσα συγκρίσιμες με εμάς χώρες αυτές των Βαλκανίων είναι αποκαλυπτική: το ότι το 27% των Ελλήνων ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας μοιάζει τρομακτικό ποσοστό, ωχριά όμως μπροστά στο 41% των φτωχών της Ρουμανίας, που είναι η χώρα υπόδειγμα για εμάς, κατά τους σοφούς σχεδιασμούς των επικυριάρχων μας. Και όλα αυτά συνδυάζονται με περαιτέρω αμφισβήτηση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας.
Από νομική άποψη, ο υπό κατάθεση νόμος ενσωματώνει ως παραρτήματα, όπως είχε ήδη πράξει ο νόμος 3845/2010 για τα πρώτα μνημόνια,  τρία νέα μνημόνια:
·       το Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής (Memorandum of Economic and Financial Policies), 
§                 το Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής (Memorandum of Understanding on Specific Economic Policy conditionality) και
§                 το Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης (Technical Memorandum of Understanding)
Τα μνημόνια αυτά δεν αποτελούν κανόνες δικαίου, αλλά πολιτικά προγράμματα και, για το λόγο αυτό, για να γίνουν δεσμευτικά απαιτούν εφαρμοστική νομοθεσία. Η πρώτη αντισυνταγματικότητα –και κουτοπονηριά-  είναι η πρόβλεψη του νόμου να τους προσδώσει άμεση ισχύ. Με την παράγραφο 6 του άρθρου 1, ορίζεται ότι ειδικά οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο Ε «Διαρθρωτικές Μεταρρυθμίσεις» παραγράφου 28 και 29 του Μνημονίου Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής και στο Κεφάλαιο 4 «Διαρθρωτικές Μεταρρυθμίσεις για την Ενίσχυση της Ανάπτυξης» παράγραφος 4.1: Διασφάλιση της ταχείας προσαρμογής της αγοράς εργασίας και ενίσχυση των θεσμών της αγοράς εργασίας» του Μνημονίου Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής (οτιδήποτε, δηλαδή, σχετίζεται με την αποδιάρθρωση της εργατικής νομοθεσίας), συνιστούν, επί λέξει «πλήρεις κανόνες δικαίου άμεσης εφαρμογής δεδομένου ότι σύμφωνα με τις προβλέψεις του Μνημονίου συνιστούν μέτρα που πρέπει να υιοθετηθούν πριν την εκταμίευση των ενισχύσεων και συνεπώς επιβάλλεται η άμεση ενσωμάτωση των προβλέψεών τους ως κανόνων δικαίου στην εσωτερική έννομη τάξη.» Με αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου προβλέπεται να ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα αναγκαίο για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
Ο σκοπός της απίστευτης αυτής ρύθμισης είναι αφενός να καθησυχαστούν οι ξένοι επικυρίαρχοι ότι τα μέτρα αυτά έχουν ήδη εγκριθεί, αφετέρου να αποφύγει η Κυβέρνηση να φέρει εφαρμοστικό νομοσχέδιο στη Βουλή και να διακινδυνεύσει ακόμη μια φορά τη συνοχή των κοινοβουλευτικών ομάδων που το απαρτίζουν.  Είναι, όμως, συνταγματικά και πρακτικά αδύνατο να θεωρηθούν οι προβλέψεις των μνημονίων κανόνες άμεσης εφαρμογής, στο βαθμό που η διατύπωση τους δεν είναι μόνον γενική και αφηρημένη, αλλά και εξαγγελτική. (Υπενθυμίζεται ότι κατά τις διατάξεις του άρθρου δεύτερου του ν. 3845/2010 τα Μνημόνια αποτελούσαν νόµο πλαίσιο για την εφαρµογή του «προγράµµατος στήριξης», που θα εξειδικεύονταν με Προεδρικά Διατάγματα, τα οποία ποτέ δεν εκδόθηκαν.)
Περαιτέρω, με το νομοσχέδιο, προτείνεται η έγκριση των Σχεδίων Σύμβασης Συγχρηματοδότησης «Σύμβαση Συγχρηματοδότησης»  του PSI) και της νέας Δανειακής Σύμβασης. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 1 ορίζεται ότι οι Συμβάσεις αυτές θα ισχύουν  από την ημερομηνία υπογραφής τους από όλα τα συμβαλλόμενα μέρη, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ειδικότερα καθορίζονται σε αυτές και ότι  ο Υπουργός Οικονομικών μεριμνά ώστε οι Συμβάσεις της παραγράφου 1 και 4, το Μνημόνιο Συνεννόησης, οι ανά τρίμηνο αναθεωρήσεις του Μνημονίου Συνεννόησης και οι Επιστολές Πρόθεσης,  μετά την υπογραφή τους από όλα τα προβλεπόμενα μέρη, να διαβιβάζονται στη Βουλή για ενημέρωση.     
Και αυτό όμως είναι ευθέως αντίθετο στο άρθρο 36 παρ. 2 Σ, που προβλέπει ότι οι συνθήκες για οικονομική συνεργασία και όσες άλλες περιέχουν παραχωρήσεις για τις οποίες, σύμφωνα με άλλες διατάξεις του Συντάγματος πρέπει να κυρωθούν με νόμο[2]. Η απλή έγκριση του σχεδίου ανυπόγραφης σύμβασης δεν αρκεί, ούτε η εξουσιοδότηση προς τον Υπουργό Οικονομικών είναι συνταγματικά έγκυρη.
Οι ίδιες οι συμβάσεις είναι συνταγματικά απαράδεκτες και πολιτικά εξαμβλωματικές. Προβλέπουν και οι δύο ως εφαρμοστέο δίκαιο το αγγλικό και αρμόδια δικαστήρια αυτά του Λουξεμβούργου. Η υπαγωγή αποσκοπεί στο να θωρακίσει τους δανειστές μας απέναντι στο μοναδικό νομικό όπλο που έχει απομείνει στη χώρα, να επανακαθορίσει τους όρους αποπληρωμής του χρέους με μονομερή, κυριαρχική της πράξη με τους όρους που θα συμφέρουν εμάς και όχι τους δανειστές μας[3]
Και οι δύο περιλαμβάνουν τον απαράδεκτο όρο παραίτησης «από ασυλία λόγω εθνικής κυριαρχίας», η οποία είναι απολύτως πρωτοφανής και ταπεινωτική για ανεξάρτητο κράτος. Η πρώτη από αυτές περιλαμβάνει, επίσης, δρακόντειους λόγους καταγγελίας σε βάρος της χώρας μας. Για παράδειγμα, σε  περίπτωση που οι υποχρεώσεις της Ελλάδας από τη Σύμβαση κηρυχθούν από δικαστήριο ως μη δεσμευτικές ή μη εκτελεστές, ή κηρυχθούν από το παράνομες, ή σύμβαση θα καταγγελθεί. Με τον όρο αυτό επιχειρούν οι δανειστές μας να προστατευθούν από την διαπίστωση καταχρηστικότητας όρων ή διαπίστωσης ότι τμήμα του χρέους αυτού είναι επονείδιστο (odious).
Ακόμη αποκαλυπτικότερο είναι ότι αποτελεί λόγο καταγγελίας εάν «δηλώσεις και εγγυήσεις που δόθηκαν, συμπεριλαμβανομένων και υποσχέσεων και εγγυήσεων που δόθηκαν σε σχέση με την παρασχεθείσα νομική γνωμοδότηση είναι ανακριβή, αναληθή ή παραπλανητικά». Ο όρος αυτός δείχνει καθαρά ότι οι δανειστές αντιλαμβάνονται ότι η γνωμοδότηση του νομικού συμβούλου του Υπουργείου Δικαιοσύνης που απαίτησαν και πήραν αποτελεί ανεπαρκές φύλλο συκής για τη συνταγματικότητα της διαδικασίας.
Και άλλοι όροι είναι λεόντειοι υπέρ των εταίρων, όπως, ενδεικτικά, ότι λόγο καταγγελίας θα αποτελεί οποιαδήποτε απόφαση για στάση πληρωμών ή αναδιάρθρωση του χρέους ή η καταγγελία οποιασδήποτε δανειακής σύμβασης μεταξύ της χώρας μας και οποιουδήποτε Ευρωπαϊκού οργανισμού ή οργάνου, του ΔΝΤ ή ενός άλλου παρόχου χρηματοδοτικής Ενίσχυσης, ανεξαρτήτως ποσού, είναι αντικείμενο καταγγελίας. Επίσης, προβλέπεται ότι η Ελλάδα θα καλύψει όλες τις δαπάνες, τα έξοδα, τις αμοιβές και την απώλεια τόκων ως συνέπεια της καταγγελίας. Ο πιο ατιμωτικός, όμως, για τη χώρα όρος είναι αυτός που προβλέπει την υποχρέωση της χώρας μας να δέχεται επιθεωρήσεις για πρόληψη «απάτης» (sic!) εκ μέρους της.
Και, εννοείται, και από πλευράς ουσίας τα μέτρα είναι προδήλως αντισυνταγματικά. Επιχειρούν μια βίαιη αναπροσαρμογή του οικονομικού συντάγματος της χώρας σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση, σε αντίθεση με βασικές θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος. Η ευθεία επέμβαση στη ΕΓΣΣΕ και η de facto κατάργηση των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων προσκρούει στη θεμελιώδη ρύθμιση της παρ. 2 του άρθρ. 22, κατά την οποία η συλλογική διαπραγµάτευση αποτελεί τον κύριο ρυθµιστικό παράγοντα των εργασιακών σχέσεων, κατά περιορισμό της παντοδυναμίας του νομοθέτη.
Η μείωση του ελάχιστου νόμιμου μισθού, όπως κατοχυρώνεται με την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας προσκρούει στο άρθρο 22 παρ. 1 του Συντάγματος. Με τις προβλέψεις αυτές ο ελάχιστος μισθός παύει να επιτελεί την προστατευτική λειτουργία του, σε ευθεία αντίθεση με τις σχετικές προβλέψεις της δσε  98  και 154 , όπως ερμηνεύονται από τα αρμόδια όργανα της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας. Αυτή επιμένει ιδιαίτερα στη σημασία που έχει ο ελάχιστος μισθός «ως σταθερό σημείο αγκυροβόλησης, που θα υποστηρίξει την ζήτηση και αμβλύνει τις οικονομικές πιέσεις».
Συνεπώς, το νέο μνημόνιο και η νέα δανειακή σύμβαση μόνο δεινά συσσωρεύουν για τη χώρα. Ήρθε η στιγμή να τεθεί υπόψη του λαού με δημοψήφισμα εάν επιθυμεί η όχι τη συνέχιση της αδιέξοδης τούτης πολιτικής και όσα αυτή συνεπάγεται.



[1] Έτσι ο Γ. Κύρτσος, Πρακτικά αδύνατη η εφαρμογή του νέου μνημονίου, Free Sunday, 12-2-2012.
[2] Πρβλ. ΣτΕ ΠΕ 94/1995.
[3] Για το ότι η στάση πληρωμών αποτελεί μονομερή, κυριαρχική πράξη, απόρροια της εθνικής κυριαρχίας, βλέπε την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ιταλίας Borri v. Argentina

Αναζήτηση στο ιστολόγιο